ΤΜΗΜΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ
ΓΕΩΡΓΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ
ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΣ
ΠΑΤΡΑ 2005
1
2
3
…στους γονείς μου…
4
5
…στον Γιώργο και στον Βασίλη…
6
7
Πρόλογος
Στην μελέτη αυτή γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστεί μια όσο το δυνατόν
πιστότερη απεικόνιση της αγοράς των αντιυπερτασικών φαρμάκων, ενώ ταυτόχρονα
γίνεται διερεύνηση των παραγόντων εκείνων που επηρεάζουν τους γιατρούς να
συνταγογραφήσουν ένα αντιυπερτασικό φάρμακο έναντι κάποιου άλλου.
Αντικειμενικός σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να γίνει δυνατή η αξιολόγηση
ορισμένων παραμέτρων, τόσο σε επιστημονικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο
μάρκετινγκ που επηρεάζουν τους γιατρούς να συνταγογραφήσουν προς μια
κατεύθυνση, αλλά και να φανεί πως οι διάφορες κατηγορίες αντιυπερτασικών
φαρμάκων είναι τοποθετημένες στην σκέψη των γιατρών.
Τις ευχαριστίες μου εκφράζω επίσης και στον κ. Εμμανουήλ Μιτάκη για την
ουσιαστική βοήθεια που προσέφερε στην υλοποίηση αυτής εργασίας.
8
Τέλος θέλω να εκφράσω την απέραντη ευγνωμοσύνη μου προς την μητέρα, τον
πατέρα και τον αδερφό μου, για όλα όσα μου έχουν προσφέρει μέχρι σήμερα. Χωρίς
αυτούς καμία προσπάθεια μου δεν θα είχε τελεσφορήσει.
9
Περιεχόμενα
Γενικό μέρος
Εισαγωγή 03
Θεωρητικό μέρος
10
Ερευνητικό μέρος
Ερωτηματολόγιο 100
Περίληψη 135
Summary 137
11
ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
12
13
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
14
Οδηγίες αναφορικά με το τι συνιστά φάρμακο καθώς και με το νομοθετικό πλαίσιο
μέσα από στο οποίο γίνεται η διάθεση και χορήγηση του, έχουν εκδοθεί και από την
ευρωπαϊκή ένωση, σύμφωνα με την οποία “κάθε ουσία ή συνδυασμός ουσιών που
χαρακτηρίζεται ως έχουσα θεραπευτικές ή προληπτικές ιδιότητες έναντι ασθενειών
ανθρώπων” ή “κάθε ουσία ή συνδυασμός ουσιών δυνάμενη να χρησιμοποιηθεί ή να
χορηγηθεί σε άνθρωπο, με σκοπό είτε να αποκατασταθούν, να διορθωθούν ή να
τροποποιηθούν φυσιολογικές λειτουργίες με την άσκηση φαρμακολογικής,
ανοσολογικής ή μεταβολικής δράσης, είτε να γίνει ιατρική διάγνωση” είναι φάρμακο
[3].
15
ασθενής χωρίς ιατρική συνταγή. Στα μη συνταγογραφούμενα ο τρόπος αγοράς τους
προσομοιάζει στα αγαθά καταναλωτικού τύπου. Όμως τα φάρμακα ως σύνολο και
ειδικότερα αυτά που χορηγούνται μόνο κατόπιν ιατρικής συνταγής έχουν
χαρακτηριστικά βιομηχανικών προϊόντων, ανήκουν δηλαδή στα προϊόντα εκείνα που
χαρακτηρίζονται από προσέγγιση μη καταναλωτικού τύπου, εν αντιθέσει για
παράδειγμα με τα τρόφιμα ή τα απορρυπαντικά [6]. Αυτό κυρίως οφείλεται στον
αριθμό των ατόμων που εμπλέκονται με την αγορά τους. Τα χαρακτηριστικά του
αγοραστή, πελάτη, χρήστη δεν συμπίπτουν. Έτσι για ένα συνταγογραφούμενο
φάρμακο μπορούν να αναγνωριστούν ότι εμπλέκονται οι παρακάτω ομάδες. Ο
συνταγογράφος-ιατρός, ένα άτομο που μπορεί να επηρεάσει (νοσοκομείο,
νοσοκόμος, καθηγητής, κυβέρνηση), ο καταναλωτής-ασθενής, ο χρηματοδότης
(μερικώς/ολικώς ο ασθενής, μερικώς/ολικώς ο ασφαλιστικός οργανισμός, το
νοσοκομείο, διάφοροι οργανισμοί, κ.α) [7], τα κανάλια διακίνησης (φαρμακεία,
φαρμακαποθήκες), ενώ δεν πρέπει να παραληφθεί και ο ρόλος της μητέρας που
παρεμβάλλεται ανάμεσα στον πελάτη των φαρμακευτικών εταιρειών (συνταγογράφο)
και στον χρήστη (παιδί) όσον αφορά τα παιδιατρικά φάρμακα. Για να γίνει πιο εύκολα
αντιληπτός ο αριθμός των παραγόντων που έχουν άμεση ή έμμεση ανάμειξη με την
τελική χορήγηση ενός φαρμάκου σε έναν ασθενή παρατίθεται το διάγραμμα 1, το
οποίο παρουσιάζεται ένα παράδειγμα ασθενούς που λαμβάνει αντιυπερασική αγωγή.
Ένα επιπλέον λόγος που τα φάρμακα ανήκουν στα βιομηχανικά προϊόντα είναι ο
μεγάλος όγκος επενδύσεων που γίνεται στον τομέα R&D. Για το λόγο αυτό άλλωστε
και τα περισσότερα φάρμακα προστατεύονται από πατέντες. Η ίδια η διαδικασία της
έρευνας και τεχνολογίας στον τομέα αυτό είναι μακρόχρονη. Από την στιγμή που θα
ανακαλυφθεί μια νέα χημική ουσία ως την στιγμή που θα κυκλοφορήσει ως φάρμακο
περνάνε δέκα με δεκαπέντε χρόνια. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό της
φαρμακοβιομηχανίας ότι οι επενδυτικές στρατηγικές των μεγαλύτερων εταιρειών
έχουν ως χαρακτηριστικό τα πολύ μεγάλα ποσά που δίνονται στην R&D και τα
υψηλά ποσά που ξοδεύονται για βασική έρευνα. Ενδεικτικά το κόστος για την
παρασκευή ενός φαρμάκου κυμαινόταν ανάμεσα σε 125 (Ιαπωνία) και 230
εκατομμύρια δολάρια (ΗΠΑ) το 1994. Σήμερα το κόστος έχει αυξηθεί και άλλο, ενώ
αναμένεται να ακολουθήσει την ίδια πορεία και στο μέλλον. Αίτια αυτού είναι τα
νομοθετικά μέτρα που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις και αφορούν την έγκριση νέων
φαρμάκων, η πολυπλοκότητα και ο σκοπός της έρευνας, ειδικά αυτής που αφορά το
DNA και την βιοτεχνολογία εν γένει, και η μετάβαση της έρευνας από την
αντιμετώπιση οξέων ασθενειών στην θεραπεία χρόνιων παθήσεων [7, 4]. Από την
άλλη όμως τα φάρμακα έχουν και χαρακτηριστικά καταναλωτικού τύπου αφού
απευθύνονται σε μεγάλο αριθμό καταναλωτών-χρηστών.
16
ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΟ
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ
ΠΡΟΣΩΠΙΚΌ
ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΣ ΦΙΛΟΙ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΓΙΑΤΡΟΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΑΣΘΕΝΗΣ
ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΗ
ΓΝΩΣΗ ΓΝΩΣΗ
ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ
ΣΥΝΤΑΓΗ / ΦΑΡΜΑΚΟ
ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΗΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟ- ΚΛΙΝΙΚΟ
ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΛΟΓΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΑΥΤΟΕΞΕΤΑΣΗ
ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗ
ΣΤΑ ΣΩΜΑΤΙΚΑ
ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΙΕΣΗΣ /ΛΗΨΗ
ΥΓΡΑ
ΦΑΡΜΑΚΩΝ
Σχήμα 1: Παράγοντες που εμπλέκονται με την επικοινωνία γιατρού ασθενή και επηρεάζουν
την απόφαση λήψης ενός φαρμάκου (K.I. Kjellgren, Johan Ahlner, Roger Saljo, “Taking
Antihypertensive medication- controlling or co-operating with patients?”, International Journal
of Cardiology, 1995, 47, 257-268)
17
Η εντύπωση που κυριαρχεί για το ρόλο του φαρμάκου στο μεγαλύτερο ποσοστό της
κοινής γνώμης είναι ότι υπάρχει για να δίνει λύση στα διάφορα προβλήματα υγείας.
Και με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η ανάγκη για ύπαρξη
φαρμάκων ανταποκρίνεται στις βασικές φυσιολογικές ανάγκες που αποτελούν και
την βάση της πυραμίδας του Maslow, οι οποίες αν δεν ικανοποιηθούν όλα τα
υπόλοιπα φαντάζουν ελάσσονος σημασίας. Ο Maslow υποστηρίζει ότι αν
ικανοποιηθούν αυτές μετά ο άνθρωπος με σειρά προτεραιότητας φροντίζει να
καλύψει την ασφάλεια του, την ανάγκη για αγάπη και την ανάγκη να ανήκει κάπου,
την ανάγκη για εκτίμηση και τέλος την ύψιστη ανάγκη για αυτοπραγμάτωση. Το
φάρμακο όμως με την σύγχρονη διάσταση του τείνει να καλύψει και άλλες ανάγκες.
Τα νέα προϊόντα σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο ώστε να βοηθούν τον άνθρωπο να
βελτιώσει το επίπεδο ζωής του. Πολλά από αυτά χαρακτηρίζονται ως lifestyle
φάρμακα αφού αναφέρονται στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, του άγχους, της
απώλειας μνήμης, της απώλειας μαλλιών, κ.α.. Στην πράξη όμως αυτό που κάνουν
είναι βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των υγιών ανθρώπων, επιτρέποντας τους να
φτάσουν στην ικανοποίηση ανώτερων αναγκών πιο γρήγορα.
18
οικονομολόγοι λαμβάνοντας υπόψη το ύψος των επενδύσεων στην R&D θεωρούν τις
καταχωρήσεις νέων χημικών ουσιών που γίνονται κάθε χρόνο από την
φαρμακοβιομηχανία ως τις πιο καινοτόμες ανακαλύψεις [8]. Οι φαρμακευτικές
εταιρείες αγωνίζονται να αναπτύξουν φάρμακα παγκόσμιας εμβέλειας γιατί αυτές οι
“αγελάδες ρευστού” (cash cows) δεν αποτελούν μόνο πηγές κέρδους για την εταιρεία
αλλά ταυτόχρονα αποτελούν πηγές για την χρηματοδότηση νέων προγραμμάτων
έρευνας και ανάπτυξης [4].
Πίνακας 1: Διαφορές και ομοιότητες φαρμακευτικών, καταναλωτικών και βιομηχανικών προίόντων [7]
Καταναλωτικά προϊόντα Βιομηχανικά προϊόντα Φαρμακευτικά προϊόντα
Έρευνα και Η R&D δεν είναι τόσο Η R&D μπορεί να είναι Η R&D είναι σύνθετη.
ανάπτυξη σημαντική όσο στις σημαντική όμως το Υπάρχει προσέγγιση
άλλες κατηγορίες 70% των τύπου “δοκιμασίας και
επιτυχημένων λάθους”, και κενό στις
βιομηχανικών αγαθών βιολογικές γνώσεις
προκύπτουν από Η ανάπτυξη είναι
προτάσεις των δύσκολη γιατί τα νέα
καταναλωτών προϊόντα πρέπει να
δοκιμαστούν σε
ανθρώπους
19
Η ικανότητα μιας φαρμακευτικής εταιρείας να μπορεί να αναπτύσσει καινούργιες
ουσίες παγκόσμιας εμβέλειας καθορίζεται από την τεχνολογία που διαθέτει, την
διαφοροποίηση των προϊόντων της, το μέγεθος του ανταγωνισμού, την πηγή της
τεχνολογίας, αν και κατά πόσο μπορεί να αναπτύσσει δική της τεχνολογία, και την
εθνικότητα της εταιρείας. Εκτός αυτού όμως και η ταχύτητα εισαγωγής του νέου
φαρμάκου στην παγκόσμια αγορά θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην επιτυχία του και
εκεί υπεισέρχεται ο ρόλος του μάρκετινγκ.
20
φαίνονται τα διάφορα περιβάλλοντα στα οποία εφαρμόζεται από τα οποία
επηρεάζεται και καθορίζεται.
Προϊόν Τιμή
Κοινωνικό
Τεχνικό
Ανάγκες και
Ανταγωνιστικό περιβάλλον (της φαρμακοβιομηχανίας)
περιορισμοί του
συστήματος
Ανάγκες
Γνώση
Εσωτερικό περιβάλλον
Ασθενής/καταναλωτής
Ζήτηση -Απαιτήσεις
Πιστεύω
Ηθικό/Πολιτισμικό
Οικονομικό
Κοινωνικοοικονομικοί
παράγοντες
Τόπος Προώθηση
Πολιτικό Νομικό/Ρυθμιστικό
21
Παγκόσμια κοινότητα
Έθνος
Κοινωνιολογικές
Κράτος επιστήμες
Κοινότητα
Οικογένεια
Άνθρωπος
Όργανα
Μόρια
Βιοφυσικές επιστήμες
Άτομα
Υποατομικά στοιχεία
Πυρηνικά σωματίδια
Σχήμα 2: Η διττή φύση του ανθρώπου στην φύση (Nathan B.Talbot, “Concerning the need for
Behavioral and Social Science in Medicine”, Views of Medical Education and Medical Care,
ed. J. H. Knowles [Cambridge: Harvard University Press, 1968, p.20)
22
Βιβλιογραφία
9. Nathan B.Talbot, “Concerning the need for Behavioral and Social Science in
Medicine”, Views of Medical Education and Medical Care, ed. J. H. Knowles
[Cambridge: Harvard University Press, 1968, p.20
23
ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ
24
Οι λόγοι στους οποίους οφείλεται αυτή η κατάσταση από το 1995, οπότε και
πρωτοεπισημάνθηκε και μετά, μπορούν να αναζητηθούν στις αρχές που διέπουν
την λειτουργία της φαρμακοβιομηχανίας την παρούσα περίοδο. Καταρχήν πρέπει
να δοθεί το απαραίτητο βάρος στο γεγονός ότι η καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια
στο να διατηρηθεί και να ενδυναμωθεί η ικανότητα της κάθε φαρμακευτικής εταιρείες
να έχει παγκόσμια εμβέλεια. Αυτό μεταφράζεται στην επικέντρωση των
προσπαθειών στην παραγωγή ουσιών blockbusters, δηλαδή ουσιών που στην
εμπορική τους ωριμότητα αποφέρουν κέρδη της τάξης ή πλέον του ενός
δισεκατομμυρίου δολαρίων. Κατ’ επέκταση ο προϋπολογισμός τους εστιάζεται στην
έρευνα και ανάπτυξη τέτοιων φαρμάκων ενώ παράλληλα αποδεσμεύεται από τομείς
όπου δεν διαφαίνεται η πιθανότητα να προκύψουν blockbusters. Άρα η προσήνεια
με την ιατρική, την φαρμακευτική και τις άλλες βιολογικές επιστήμες και η θέληση να
προσφέρουν με ακρίβεια στην καλή επιστήμη, αντικαταστάθηκε από ένα δόγμα
μάρκετινγκ το οποίο προσδιορίζει τα χαρακτηριστικά του φαρμάκου και κατά
συνέπεια την πορεία που θα ακολουθήσει το τμήμα έρευνας και ανάπτυξης. Από το
γεγονός αυτό διαφαίνεται ότι οι διευθυντές μάρκετινγκ μάλλον ασκούν μεγαλύτερη
επιρροή από τους αντίστοιχους των τμημάτων R&D. Αυτό ενισχύεται ακόμη
περισσότερο από το ότι υπάρχει πολύ έντονος ανταγωνισμός και η προσπάθεια
υπερκερασμού της αρνητικής επίδρασης των ανταγωνιστικών ουσιών στην αγορά
του φαρμάκου γίνεται ξεκάθαρα μέσω του μάρκετινγκ. Τέλος πρέπει να τονιστεί
πως ξεκάθαρα όλο το ενδιαφέρον των φαρμακευτικών εταιρειών εστιάζεται στην
γρήγορη παγκόσμια ανάπτυξη και κυριαρχία στην παγκόσμια αγορά μέσω του
αποτελεσματικού μάρκετινγκ [1].
25
ανάπτυξης ενός φαρμάκου προσδιορίζεται το προφίλ του και οι ιδιότητες του μέσα
από την οπτική του τμήματος μάρκετινγκ. Ταυτόχρονα το τμήμα μάρκετινγκ
προσδιορίζει τις ανάγκες του βάσει των σχετικών θέσεων της εταιρείας στις
διάφορες αγορές του κόσμου. Καθορίζει τις περιοχές στις οποίες μια εταιρεία θα
δώσει το μεγαλύτερο βάρος της, τις αγορές στις οποίες θέλει να είναι δυνατή, ακόμη
και αριθμό των επιστημονικών συνεργατών που θα χρειαστούν. Ο αριθμός των
αντιπροσώπων είναι ακόμη σε αύξηση. Η παραγωγικότητα όμως του δυναμικού
πωλήσεων, όπως μετριέται από τον αριθμό των δολαρίων που επιτυγχάνονται για
κάθε δολάριο που ξοδεύεται για τις πωλήσεις, έχει λιμνάσει από το τις αρχές της
δεκαετίας του 1990 [8]. Αφού το τμήμα μάρκετινγκ συνυπολογίσει όλες τις
παραπάνω παραμέτρους, ζητείται από το τμήμα έρευνας και ανάπτυξης να βρει και
να αναπτύξει μια ουσία που να ανταποκρίνεται στα συγκεκριμένα πρότυπα. Αν και η
τακτική αυτή αποτελεί μια λογική ακολουθία γεγονότων σε τροποποιήσεις ήδη
υπαρχόντων φαρμακευτικών μορίων, σίγουρα δεν αποτελεί την καλύτερη μέθοδο
για την προαγωγή της ανάπτυξης νέων φαρμάκων [1].
Όμως δεν πρέπει να μην ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η φαρμακοβιομηχανία για να
φανεί συνεπής στα οικονομικά μεγέθη του ανταγωνισμού, και να διατηρήσει την
γραμμή παραγωγής καινοτόμων προϊόντων, επενδύει περισσότερα κεφάλαια στον
τομέα έρευνας και ανάπτυξης από πολλούς άλλους κλάδους. Παραδείγματος χάριν
οι βρετανικές φαρμακευτικές εταιρείες επένδυσαν το 15% των κερδών τους από τις
πωλήσεις στην έρευνα και ανάπτυξη, ποσό αυξημένο κατά 10% σε σχέση με την
προηγούμενη χρονιά [11]. Παρόλα αυτά αν και οι επενδύσεις έχουν διπλασιαστεί
στην έρευνα και ανάπτυξη τα τελευταία επτά χρόνια τα συνολικά κέρδη της
φαρμακοβιομηχανίας αναμένεται να αυξηθούν μόνο κατά 7% ανά έτος μέχρι το
2007 [12]. Στην ανάπτυξη της έρευνας στον χώρο του φαρμάκου συνηγορούν με
την στάση τους και οι κυβερνήσεις, που βλέπουν με κάλο μάτι μια μείωση των
δαπανών σε σχέση με την κατανάλωση φαρμάκων, με σκοπό να συγκρατηθούν οι
δαπάνες στο χώρο της υγείας σε χαμηλότερα ποσά. Και είναι μάλλον δύσκολο με
26
τις υπάρχουσες συνθήκες οι εταιρείες να μπορούν να διατηρήσουν το επιθυμητό
επίπεδο πωλήσεων απλά και μόνο αυξάνοντας τις πωλήσεις ανά προϊόν. Οπότε
αναγκαστικά το βάρος μετατοπίζεται στο να μπορέσουν να κάνουν μια πιο
επιτυχημένη αξιοποίηση των πόρων τους προς την κατεύθυνση της παραγωγής
νέων αποτελεσματικότερων φαρμάκων και στην μείωση του χρόνου εισαγωγής τους
στην αγορά. Η μείωση μάλιστα του χρόνου που απαιτείται ώστε ένα φάρμακο να
φτάσει στην αγορά θεωρήθηκε σημαντικός παράγοντας επιτυχίας στην ανάπτυξη
νέων προϊόντων [13,14]. Ο Corstjens (1991) υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη νέων
προϊόντων έχει γίνει κυρίαρχη μορφή ανταγωνισμού ανάμεσα στις μεγάλες
φαρμακευτικές εταιρείες. Τόσο το μάρκετινγκ όσο και η έρευνα και ανάπτυξη
κατέχουν στη διαδικασία αυτή ρόλους κλειδιά, και ξεχωριστά, και σε όρους
συνέργιας [15]. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η έρευνα και το μάρκετινγκ αποτελούν
τους δύο πυλώνες πάνω στους οποίους η φαρμακοβιομηχανία στηρίζει το μέλλον
της, και θεωρητικά θα μπορούσαν να αλληλεπιδράσουν συνεργιστικά για την
ανάπτυξη της. Όπως όμως έχει καταστεί φανερό σήμερα η αλληλεπίδραση αυτών
των δύο λειτουργιών είναι συχνά προβληματική ή και συγκρουσιακή. Συχνά ο
τομέας της έρευνας και ανάπτυξης δεν λαμβάνεται υπόψη στην διαδικασία της
στρατηγικής ανάπτυξης και αυτό αποτελεί πηγή εκνευρισμού ανάμεσα στα δύο
τμήματα. Ο φυσικός διαχωρισμός ανάμεσα στα δύο τμήματα που αναπόφευκτα,
υπάρχει δημιουργεί επιπλέον εμπόδια στην επικοινωνία τους [2].
27
Βιβλιογραφία
[1]. Jurgen Drews ‘’Stategic trends in the drug industry’’. DDT Vol. 8, No. 9 May
2003, 411-420
[2]. Mohammed Rafiq, Tim Saxon, ‘’R & D and marketing integration in NPD in
the pharmaceutical industry’’, European Journal of Innovation Managment
Vol. 3, No. 4, 2000, 222-231
[3]. Drews J., and Ryser, S.T. ‘’An innovation deficit in the pharmaceutical
industry’’, Drug Inf. J. 30, 1996, 97-108
[4]. Drews J., ‘’The impact of cost containment on pharmaceutical research and
development’’, Tenth Centre of Medicines Research (CMR) Lecture, 1995
[5]. Duelli J., and van-der-Locht A., Trends in Biotechnology, 2001, Bain and
Company
[6]. CMR International, R & D Cycle Times Data Base, 2002, (http://www.cmr.org)
[7]. Tufts Center for the Study of Drug Development, New Biopharmaceuticals in
the USA, 1995-1999
[8]. Arlington S.T. et al “Pharma 2010”,The Threshold of Innovation 2002 IBM
Bussiness Consulting Publication
[9]. Drews J., In Quest of Tomorrow’s Medicine, (2nd Edition), 2003, Springer,
New York
[10]. Drews J., ‘’Drug discovery: a historical perspective”, Science 287, 2000,
1960-1964
[11]. Osborne J., “Pharmaceutical R & D spending expands at record pace”,
Research and Development, , Vol. 7, No. 10 September 1999, 14-16
[12]. Arlihgton S.,”Pharma 2000”, Pharmaceutical Executive, Vol. 20, No. 1, 2000,
74-84
[13]. Urban G. L., and Hauser J.R., Design and Marketing of New Products, (2nd
Edition), 2000, Prentice-Hall, Englewood Cliffs, NJ.
[14]. Griffin A., and Hauser J.R., ‚“Integrating R &D and marketing: a review
analysis of the literature”, Journal of Product Innovation Management, Vol.
13, No.3, 1996, 191-215
[15]. Corstjens M., Marketing Strategy in the Pharmaceutical Industry, 1991,
Chapman & Hall, London
28
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
29
κατανάλωση ζάχαρης ανά κεφαλή έχει αυξηθεί σημαντικά κατά την διάρκεια της
δεκαετίας του 1990. Η συνολική πρόσληψη λιπών επίσης αυξήθηκε την τελευταία
δεκαετία, όμως η πλειοψηφία τους ανήκε στα μονο-ακόρεστα λιπαρά οξέα, που
κυρίως προερχόταν από το ελαιόλαδο. Η κατανάλωση αλκοόλ στην Ελλάδα το
1992, όπου μετρήθηκε ως καθαρή πρόσληψη αλκοόλ, ήταν 9,2 λίτρα/άτομο,
ποσοστό που προσεγγίζει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ το 1980 ήταν 10,2
λίτρα/άτομο, δίνοντας μια μείωση της τάξης του 10% [2]. Σύμφωνα δε με μια έρευνα
του υπουργείου Υγείας το 1992 ενθαρρυντικό στοιχείο είναι ότι το 54% της
συνολικής κατανάλωσης αλκοόλ προέρχεται από την κατανάλωση κρασιού, ενώ η
μπύρα κατέχει ποσοστό μόλις 16% και τα άλλα ποτά συνολικά 30%. Όσον αφορά
το κάπνισμα, η κατανάλωση τσιγάρων ανά άτομο έχει πέσει ελαφρά από το 1985,αν
και υπολογίστηκε το 1993 ότι αναλογούν περίπου 3300 τσιγάρα ανά άτομο άνω των
15 ετών, με την αναλογία αυτή να είναι από τις υψηλότερες στην ευρωπαϊκή ένωση
[3]. Ειδικότερα στις γυναίκες το ποσοστό καπνιστριών βρίσκεται στο 28% λίγο πιο
πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σύμφωνα με το υπουργείο υγείας οι καπνιστές
αντιμετωπίζουν 50% πιο αυξημένη θνησιμότητα από τους μη καπνιστές στην ίδια
πληθυσμιακή ομάδα.
Το προσδοκώμενο επιβίωσης για τους άνδρες τόσο κατά την γέννηση όσο και στα
65 έτη ήταν ένα από τα υψηλότερα της Ευρώπης ανάμεσα σε 18 χώρες αναφοράς
[4] το 1993. Βέβαια και τα δύο έχουν αυξηθεί με μικρότερα ποσοστά από το 1970
30
από ότι ο μέσος όρος των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ελληνίδες φαίνεται
να έχουν καλύτερα ποσοστά στην αποφυγή προώρων θανάτων κατά την δεκαετία
του 80, το 1993 όμως παρουσίασαν αύξηση στους θανάτους πριν τα 65. Τα
επίπεδα της μητρικής θνησιμότητας ήταν από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη, καθώς
και τα επίπεδα θανάτων από καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και του στήθους.
Αλλά και η συνολική θνησιμότητα από καρκίνο στους άνδρες 0-64 ετών ήταν
χαμηλότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο το 1993. Οι θάνατοι από καρκίνο των
πνευμόνων αυξήθηκαν και για τα δύο φύλα αν και τα επίπεδα θανάτων στις
γυναίκες ήταν από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη ενώ των ανδρών πάνω από τον
ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Ο καρκίνος είναι η πιο συχνή αιτίά θανάτου για ηλικίες κάτω των 65 ετών και
ακολουθούν οι καρδιαγγειακές παθήσεις. Όμως στο σύνολο των ηλικιακών ομάδων
η κατάσταση ανατρέπεται και τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι το πρώτο αίτιο
θανάτου. Ας αναφερθεί ότι τα αίτια που προκαλούν το 80% των θανάτων στην
Ελλάδα είναι τα δυστυχήματα και τραυματισμοί, ο καρκίνος και τα καρδιαγγειακά
νοσήματα. Πιο ειδικά στις ηλικίες 15-34 οι άνδρες έχουν το δεύτερο μεγαλύτερο
ποσοστό θανάτων που οφείλονται σε καρδιαγγειακά νοσήματα στην Ευρωπαϊκή
Ένωση και το τέταρτο μεγαλύτερο για τον καρκίνο. Στις ηλικίες 35-64 η θνησιμότητα
είναι η μικρότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τις γυναίκες και η δεύτερη
χαμηλότερη για τους άνδρες. Η θνησιμότητα από καρδιαγγειακές παθήσεις είναι στο
μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες.
Στις ηλικίες από 65 και άνω το καθορισμένο ποσοστό θανάτων για τις γυναίκες είναι
αξιοπρόσεκτα υψηλότερο από το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
31
οπότε και άρχισε να πέφτει μαζί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το ίδιο ισχύει και για
το ποσοστό των ισχαιμικών καρδιακών ασθενειών. Η ανδρική θνησιμότητα από
εμφράγματα είναι η τρίτη υψηλότερη ανάμεσα στις χώρες αναφοράς. Παρόμοιες
τάσεις αν και όχι τόσο εμφανείς παρατηρούνται και στο γυναικείο πληθυσμό.
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι η θνησιμότητα από καρδιαγγειακές παθήσεις
διαφέρει ανάμεσα στις αγροτικές και αστικές περιοχές. Οι ισχαιμικές ασθένειες του
μυοκαρδίου είναι ιδιαίτερα λιγότερο συχνές αιτίες θανάτου στις αγροτικές από ότι
στις αστικές περιοχές, ενώ είναι ιδιαίτερα συχνές στην Ήπειρο [5]. Μια άλλη μελέτη
που έγινε στις αγροτικές περιοχές της Κρήτης [6] έδειξε πολύ χαμηλότερα ποσοστά
θανάτων από ισχαιμικές ασθένειες του μυοκαρδίου συγκριτικά με την Ελλάδα ως
σύνολο, και κάπως χαμηλότερα ποσοστά για τις καρδιαγγειακές ασθένειες. Μπορεί
να φανεί από τις παρατηρήσεις αυτές ότι υπάρχει μια μικρή χειροτέρευση στους
δείκτες υγείας του συνόλου του πληθυσμού που σχετίζεται με τον εκμοντερνισμό και
τις επιπτώσεις της καθημερινότητας. Επειδή μετά την ηλικία ο δεύτερος πιο ισχυρός
συσχετιστικός παράγοντας για την θνησιμότητα είναι το φύλο ειδικότερα για τις
γυναίκες ισχύει ότι ζουν γενικότερα περισσότερο από τους άνδρες και έχουν
χαμηλότερα επίπεδα θνησιμότητας για όλες τις αιτίες θανάτου στην ευρωπαϊκή
ένωση. Από την άλλη όμως οι γυναίκες εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα
νοσηρότητας και χρήσης των υπηρεσιών υγείας από τους άνδρες. Τα επίπεδα
θανάτου για τις γυναίκες κάτω των 65 ετών για καρδιαγγειακές ασθένειες γενικά και
για ισχαιμίες του μυοκαρδίου και για ασθένειες των αγγείων του εγκεφάλου
ειδικότερα είναι γύρω στον μέσο όρο της ευρωπαϊκή ένωση. Ωστόσο οι μειώσεις
που παρατηρήθηκαν στα ποσοστά θνησιμότητας που οφείλονται στις αιτίες (τέλη
του 1980 ως τέλη του 1990) αυτές είναι μικρότερες από αυτές που απαντώνται στις
άλλες χώρες αναφοράς.
Συνολικά οι δείκτες υγείας όπως δίδονται από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας
παρατίθενται στον πίνακα (3), [7], που ακολουθεί
32
Πίνακας 3: Δείκτες υγείας της Ελλάδας, σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας
Δείκτης Έτος Τιμή
Πληθυσμός 2003 10976000
% του πληθυσμού από 0-14 ετών 2001 14,63
% του πληθυσμού άνω των 65 ετών 2001 17.86
Γεννήσεις ανά 1000 άτομα πληθυσμού 2001 9,76
Θάνατοι ανά 1000 άτομα πληθυσμού 2001 9,7
Συνολικός ρυθμός; αύξησης του πληθυσμού 2001 1,3
Προσδοκώμενο όριο ζωής, σε χρόνια 2001 78,98
Προσδοκώμενο όριο ζωής, σε χρόνια (άνδρες) 2001 76,34
Προσδοκώμενο όριο ζωής, σε χρόνια (γυναίκες) 2002 81,66
Καθορισμένη αναλογία θανάτων, όλων των αιτιών,
2001 639,71
ανά 100000
Καθορισμένη αναλογία θανάτων, ασθένειες του
2001 302,77
κυκλοφορικού, όλες οι ηλικίες ανά 100000
Καθορισμένη αναλογία θανάτων, κακοήθη
2001 162,12
νεοπλάσματα, όλες οι ηλικίες ανά 100000
Καθορισμένη αναλογία θανάτων, εξωτερικές αιτίες
2001 36,8
και δηλητηριάσεις, όλες οι ηλικίες ανά 100000
Θάνατοι βρεφών ανά 1000 γεννήσεις 2001 5,05
Κρούσματα φυματίωσης ανά 100000 2002 5,36
Κρεβάτια νοσοκομείων ανά 100000 2000 487,8
Ιατροί ανά 100000 2001 453,28
Εισαγωγή σε νοσοκομείο ανά 100 ασθενείς 1998 15,41
Συνολικές δαπάνες για την υγεία % ποσοστό του
2002 9,5
εθνικού ακαθάριστου προϊόντος
Από τον παραπάνω πίνακα γίνεται φανερό ότι οι θάνατοι που οφείλονται σε
ασθένειες του κυκλοφορικού συστήματος αναλογούν στο 47% των συνολικών
θανάτων, ενώ η αναλογία των θανάτων από κακοήθη νεοπλάσματα με τους
θανάτους που προκαλούνται από ασθένειες του κυκλοφορικού είναι 1 προς 1,87.
33
Ενδοκρινικά και
μεταβολικά νοσήματα,
διαταραχές της θρέψεως
Κακώσεις και
και ανοσολογικές
Συμπτώματα,σημεία και δηλητηριάσεις
Λοιμώδεις και παρασιτικά διαταραχές
Ορισμένες καταστάσεις 9%
ασαφώς καθορισμένες νοσήματα
που προέρχονται από την Νοσήματα2% του αίματος και
καταστάσεις 3%
περιγεννητική περίοδο των αιμοποιητικών
7%
1% οργάνων
Συγγενείς ανωμαλίες Νεοπλάσματα 2%
1% 9% Ψυχικές διαταραχές
Νοσήματα του 2%
Νοσήματα του νευρικού
μυοσκελετικού συστήματος συστήματος και των
και του συνδετικού ιστού αισθητηρίων οργάνων
4% 7%
Νοσήματα του δέρματος
και του υποδόριου ιστού
2%
Νοσήματα του
Επιπλοκές της κυήσεως, κυκλοφορικού συστήματος
του τοκετού και της λοχείας 14%
8%
Νοσήματα του Νοσήματα του πεπτικού
ουροποιογεννητικού συστήματος
συστήματος 11% Νοσήματα του
9% αναπνευστικού
συστήματος
8%
Διάγραμμα 1: Επί τοις εκατό κατανομή των διαφόρων ασθενειών που εμφανίζονται στην
Ελλάδα, σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας
Ειδικότερα η κατανομή των ασθενών με νοσήματα του καρδιαγγειακού ανά νόμο της
Ελλάδας το 1997 παρατίθεται στον πίνακα (4)
Νοσήματα του
κυκλοφορικού
Γεωγραφικό Διαμέρισμα και νομός
συστήματος
34
Πίνακας 4 (συνέχεια)
Πελοπόννησος 20.702
Αργολίδος 2.135
Αρκαδίας 2.041
Αχαίας 5.542
Ηλείας 2.932
Κορινθίας 2.014
Λακωνίας 1.954
Μεσσηνίας 4.084
Ζακύνθου 778
Κερκύρας 1.524
Κεφαλληνίας 808
Λευκάδος 492
Ηπειρος 7.102
Αρτης 1.612
Θεσπρωτίας 1.157
Ιωαννίνων 2.967
Πρεβέζης 1.366
Θεσσαλία 14.750
Καρδίτσης 3.124
Λαρίσης 4.079
Μαγνησίας 5.180
Τρικάλων 2.367
Μακεδονία 54.446
Γρεβενών 746
Δράμας 2.118
Ημαθίας 3.392
Θεσσαλονίκης 23.363
Καβάλας 3.160
Καστοριάς 1.208
Κιλκίς 2.652
Κοζάνης 3.679
Πέλλης 3.138
Πιερίας 2.885
Σερρών 4.951
Φλωρίνης 1.200
Χαλκιδικής 1.938
Αγιον Ορος 16
35
Πίνακας 4 (συνέχεια)
Θράκη 7.937
Εβρου 3.198
Ξάνθης 2.571
Ροδόπης 2.168
Δωδεκανήσου 3.196
Κυκλάδων 1.063
Λέσβου 2.126
Σάμου 976
Χίου 1.148
Κρήτη 12.124
Ηρακλείου 5.873
Λασιθίου 1.973
Ρεθύμνης 1.256
Χανίων 3.022
Εξωτερικού 901
Δε δήλωσαν 4.013
Η υπέρταση στην Ελλάδα είναι εξ ίσου συχνή όσο και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες
και αφορά το 25% του ενήλικου πληθυσμού. Τα ποσοστά αναγνώρισης, θεραπείας
ρύθμισης της υπέρτασης στην Ελλάδα είναι αντίστοιχα με αυτά που παρατηρούνται
και σε άλλες ανεπτυγμένες χώρες. Σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Μελέτης της
Υπέρτασης, πολλοί αγνοούν ότι έχουν αυξημένοι πίεση ενώ το ποσοστό των
ατόμων που επιτυγχάνουν καλή ρύθμιση της πίεσης δεν ξεπερνά το 20-25%. (9)
36
Διαγνωσμένοι Υπ ό θεραπ εία
χωρίς θεραπ εία ρυθμισμένοι
11% 22%
Υπ ό θεραπ εία
Αδιάγνωστοι αρρύθμιστοι
37% 30%
37
Βιβλιογραφία
38
ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ
39
Από το συνολικό κόστος των δαπανών υγείας, οι δαπάνες για φάρμακα αντιστοιχούν
στο 15,6% σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ (1998).
Τις τελευταίες δεκαετίες παρουσιάζεται μια γενική αυξητική τάση στην κατανάλωση
και δαπάνη φαρμάκων στην Ελλάδα. Αυτή κυρίως οφείλεται στους παρακάτω
παράγοντες :
Ταυτόχρονα την περίοδο 1994-2001 η παραγωγή φαρμάκων έχει μια μέση ετήσια
αύξηση της τάξης του 1,5%. Πιο συγκεκριμένα, το 2001 η αξία της παραγωγής
αντιστοιχούσε σε 368 εκατομμύρια €, αυξημένη κατά 9,1% σε σχέση με το 2000,
που ήταν στα 337 εκατομμύρια €.
40
απασχόλησης της χημικής βιομηχανίας στην Ελλάδα. Η μείωση αυτή οφείλεται στη
μείωση των εγκαταστάσεων, αλλά επίσης και στη βελτίωση και εκσυγχρονισμό της
διαδικασίας παραγωγής την χρήση βελτιωμένου εξοπλισμού και εξειδικευμένου
προσωπικού.
Όσον αφορά την κατανομή του συνολικού κεφαλαίου που επενδύεται στη
φαρμακοβιομηχανία, σύμφωνα με στοιχεία του 2002, το 79% χρησιμοποιείται για
την αντικατάσταση του υπάρχοντος εξοπλισμού ή για την επέκταση της
παραγωγικής ικανότητας σε προϊόντα που ήδη παρασκευάζονται. Το 21% από την
άλλη μεριά επενδύεται στην εισαγωγή νέων τεχνολογιών. Το κύριο βάρος βέβαια
πέφτει στην επέκταση της παραγωγικής ικανότητας και μόλις το 4% στην βελτίωση
των μεθόδων παραγωγής ή στην εισαγωγή νέων.
Οι παράγοντες οι οποίοι κατά κύριο λόγο επηρεάζουν την επενδυτική πολιτική στο
χώρο της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας παρουσιάζονται στον πίνακα που
ακολουθεί όπως έχουν προσδιοριστεί από τον ΙΟΒΕ. Ο βαθμός σημαντικότητας με
την οποία αξιολογείται κάθε παράγοντας κυμαίνεται από 0 ως +100 αν έχει θετική
επίδραση και από –100 ως 0, όταν έχει αρνητική επίδραση στην επενδυτική
δραστηριότητα.
41
Πίνακας 6: Παράγοντες που επηρεάζουν τις επενδύσεις
Κόστος και
διαθεσιμότητα 18,5 6 27,5 17 33 25
κεφαλαίου
Τεχνολογική
37 50 55 41 49,5 62,5
ανάπτυξη
Κίνητρα
31 24,5 33 0 24 12,5
επενδύσεων
Φορολόγηση
-6,5 -6 -11 -41 0 -12,5
κερδών
Οικονομική
0 31 5,5 8,5 17 37,5
πολιτική
Άλλοι 6 12 0 16 16 25
42
Για να φανεί ακόμα περισσότερο η αξία της φαρμακοβιομηχανίας στην Ελλάδα
αρκεί να αναφερθεί ότι, στον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας το 2000 αντιστοιχούσε
το 26,6% της μεικτής αξίας παραγωγής και το 22,3% της προστιθέμενης αξίας που
παράχθηκε από το σύνολο της χημικής βιομηχανίας. Η εξέλιξη των δεικτών κόστους
της φαρμακοβιομηχανίας κατά το διάστημα 1993-2000 παρουσιάζεται στον
παρακάτω πίνακα.
Τον Οκτώβριο του 2002 κυκλοφορούσαν στην Ελληνική αγορά 8.979 φαρμακευτικά
σκευάσματα. Από αυτά τα 7.739 είχαν την έγκριση του ΕΟΦ, 789 μέσω της
διαδικασίας αμοιβαίας αναγνώρισης και 451 μέσω της κεντρικής διαδικασίας
απόκτησης έγκρισης κυκλοφορίας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Την ίδια χρονιά
εισήχθησαν στην αγορά 334 νέα προϊόντα από τα οποία 105 ήταν generics. Οι
μονάδες παραγωγής οι οποίες ήταν εγκεκριμένες από τον ΕΟΦ για την παραγωγή
φαρμάκων ήταν 60, ενώ ο αριθμός των φαρμακείων το 2000, ήταν 8.634 και ο
αριθμός των φαρμακαποθηκών ανερχόταν στις 119.
Την ευθύνη για την τιμολόγηση των φαρμάκων έχει το υπουργείο ανάπτυξης, το
οποίο θεσπίζει τις τιμές με την συγκατάθεση του υπουργείου υγείας. Υπάρχει μια
εννιαμελής επιτροπή τιμολόγησης η οποία λειτουργεί υπό την διεύθυνση της γενικής
γραμματείας εμπορίου. Μια προϋπόθεση για να δοθεί τιμή είναι η κυκλοφορία του
φαρμάκου τουλάχιστον σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Αφού η τιμή οριστεί για ένα
συγκεκριμένο προϊόν, ακολουθεί μια περίοδος τριών ετών στην οποία
παρακολουθείται η τιμή του φαρμάκου στην Ευρώπη. Σε περίπτωση που
καταγραφεί μια μικρότερη τιμή, η τιμή του προϊόντος αυτόματα μειώνεται και
αναπροσαρμόζεται στα επίπεδα της χαμηλότερης τιμής. Αντίθετα βέβαια αν η
μικρότερη τιμή αυξηθεί στην Ευρώπη, δεν παρατηρείται αντίστοιχη αύξηση στην
Ελλάδα. Αναφορικά με την τιμολόγηση των φαρμάκων που παράγονται στην
Ελλάδα, η αρμόδια αρχή τιμολόγησης δεν δέχεται το κόστος παραγωγής εκτός και
αν οδηγεί σε μια χαμηλότερη τιμή από ένα όριο που έχει θεσπιστεί από την
επιτροπή τιμολόγησης.
Σύμφωνα με το τελευταία στοιχεία του 2002 αρκετοί υπολογίζουν ότι από την
συνολική κατά 26% σε σχέση με το 2001 των εσόδων των εταιρειών από πωλήσεις
προς τα φαρμακεία και τις φαρμακαποθήκες, το 4-6% οφείλεται στις ‘’παράλληλες
εξαγωγές’’. Οι ‘’παράλληλες εξαγωγές’’ χρωστούν την ύπαρξη τους στο γεγονός ότι
πολλές τιμές φαρμάκων στην χώρα μας είναι οι χαμηλότερες στην Ευρώπη, με
43
αποτέλεσμα μεγάλες ποσότητες να εξάγονται σε άλλες χώρες όπου πωλούνται
ακριβότερα, αποδίδοντας σημαντικά κέρδη στους μεταπράτες.
Άμεση επίπτωση της νέας τιμολογιακής πολιτικής ήταν και η μείωση της εγχώριας
παραγωγής φαρμάκων. Από το 1995 και μετά το μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς
φαρμάκων καταλαμβάνουν τα εισαγόμενα φάρμακα τα οποία παρουσίασαν πολύ
γρήγορους ρυθμούς αύξησης από 18,3% της αγοράς το 1987 σε 45% το 1995, 57%
το 2000, 61% το 2001, ενώ για το 2002 αναμένεται να αυξήθηκε ακόμη παραπάνω.
44
Ειδικά για το 2001 το μερίδιο αγοράς των εγχώρια παραγομένων φαρμάκων ήταν
24% ενώ των εγχώρια συσκευασμένων 13%.[6]
100%
5,5 5,8
11,2 14,6 13
14,9
90%
80%
24
70% 27,4
31,1
43,5 Συσκευαζόμενα στην
60% 65 Ελλάδα
75,1
Παραγώμενα στην
50% Ελλάδα
40%
Εισαγώμενα
30% 61
53,6 56,8
45,3
20%
28,7
10% 18,3
0%
1987 1990 1995 1999 2000 2001
Ακόμη ένα αποτέλεσμα αυτού του συστήματος τιμολόγησης είναι και ότι φθηνά,
καθιερωμένα και αποδοτικά οικονομικά φάρμακα να αποσύρονται από την αγορά
καθώς η κυκλοφορία τους προκαλεί περισσότερο ζημιά παρά κέρδος στις εταιρείες.
Τόσο το γεγονός αυτό όσο και το ότι ανακαλύπτονται ολοένα και νέα
φαρμακομόρια, καινούργια σκευάσματα εισάγονται στην Ελληνική αγορά. Στον
παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται ο βαθμός αντικατάστασης παλαιών φαρμάκων
από νέα, υψηλότερης τεχνολογίας, και συνήθως πιο ακριβά.
45
Πίνακας 8 (συνέχεια)
Επίσης στην Ελλάδα λόγω της έλλειψης ουσιαστικού ανταγωνισμού των τιμών
ανάμεσα στα πρότυπα και στα generics φάρμακα, οι τιμές των generics φαρμάκου
ρυθμίζονται στο 80% της λιανικής τιμής του αντίστοιχου πρότυπου φάρμακου, το
τμήμα των generics αντιπροσωπεύει μόλις το 10,6% του συνόλου της
φαρμακευτικής αγοράς, σύμφωνα με στοιχεία του 2002.
Πίνακας 9: Εξέλιξη των πωλήσεων των πρότυπων φαρμάκων έναντι των generics σε τιμές
αγοράς φαρμακείου σε εκατομμύρια €
46
Πίνακας 10 : Διαχρονική κατανομή της συνολικής δαπάνης για φάρμακα (σε δις €)
Δημόσια
0,230 0,277 0,318 0,322 0,369 0,423
Νοσοκομεία
Δαπάνη
Ασφαλιστικών 0,875 0,974 1,076 0,927 1,099 1,136
Ταμείων
Συμμετοχή
0,192 0,214 0,236 0,204 0,241 0,250
Ασφαλισμένων
Ιδιωτική Δαπάνη
(συμπεριλαμβάνετ
0,345 0,413 0,376 0,361 0,462 0,709
αι η συμμετοχή την
ασφαλισμένων)
Παράλληλες
- 0,049 0,098 0,149 0,189 0,302
Εξαγωγές
Σύνολο Πωλήσεων
(νοσοκομεία & 1,451 1,715 1,869 1,761 2,121 2,572
φαρμακαποθήκες)
Συνολική
Φαρμακευτική 1,220 1,388 1,452 1,288 1,562 1,846
Δαπάνη
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί ότι το 100% της λιανικής τιμής του φαρμάκου
κατανέμεται ως εξής: 63% στον κατασκευαστή, 5,5% στην φαρμακαποθήκη, 23,5%
στον φαρμακοποιό, και 8% στον ΦΠΑ. Οι τιμές που πωλούνται στα νοσοκομεία τα
φάρμακα είναι οι τιμές αγοράς φαρμακείου μειωμένες κατά 13%.
Στην Ελλάδα από την 1 Απριλίου του 1998 είναι σε ισχύ η θετική λίστα
συνταγογραφούμενων φαρμακευτικών προϊόντων. Αυτή η λίστα έχει καθολική ισχύ
για όλους τους κρατικούς ασφαλιστικούς οργανισμούς. Τα κριτήρια για να ενταχθεί
ένα σκεύασμα στην λίστα αυτή συνοψίζονται στα εξής: την αποδεδειγμένη
θεραπευτική ικανότητα, την μέγιστη ασφαλή δόση και την ανοχή και ασφάλεια του
φαρμάκου, το μέσο κόστος ημερήσιας θεραπείας, τον τρόπο αποζημίωσης του
φαρμάκου από ασφαλιστικούς οργανισμούς σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και
οποιοδήποτε άλλο κριτήριο θεωρήσει σκόπιμο η αρμόδια επιτροπή. Πρέπει να
47
τονιστεί ότι κανένα φάρμακο το οποίο δεν συμπεριλαμβάνεται στην λίστα δεν
αποζημιώνεται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, εκτός αν υπάρχουν ειδικοί
λόγοι. Τα βασικά κριτήρια για να συμπεριληφθεί ένα φαρμακευτικό προϊόν στην
λίστα είναι το θεραπευτικό αποτέλεσμα που επιφέρει, το οποίο αξιολογείται βάσει
τεσσάρων κριτηρίων: την σοβαρότητα της ασθένειας, το λόγο
αποτελεσματικότητας/ασφάλειας, την πιθανότητα να χρησιμοποιηθούν άλλες
θεραπείες με ή χωρίς την χρήση φαρμάκων, τον πληθυσμό στον οποίο απευθύνεται
το συγκεκριμένο φάρμακο.
Ενδεικτική για την εξέλιξη της φαρμακευτικής είναι η ανέλιξη των πωλήσεων προς
τα φαρμακεία που έλαβε χώρα στο διάστημα από το 1998 ως το 2002. Έτσι ενώ η
συνολική αγορά των φαρμακείων το 1998 αντιστοιχούσε σε 884 εκατομμύρια €, το
1999 ανήλθε στα 1.009 εκατομμύρια €, το 2000 στα 1.192, το 2001 στα 1.419 και το
2002 έφτασε στα 1.797 εκατομμύρια €. Για να καταστεί δυνατή η κατά το δυνατόν
ολοκληρωμένη αποτύπωση των δραστηριοτήτων των εταιρειών στο χώρο του
φαρμάκου παρατίθενται οι τρεις πίνακες που ακολουθούν και οι οποίοι
κατατάσσουν τις εταιρείες βάση του κύκλου εργασιών τους. Η δυναμικότητα της
φαρμακευτικής αγοράς δεν επιτρέπει βέβαια την εικόνα αυτή να παραμείνει σταθερή
για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των εταιρειών έχει ως
αποτέλεσμα η κατάταξή τους διαρκώς να αλλάζει αλλά και οι διαρκείς συγχωνεύσεις
που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια τροποποιούν σημαντικά το τοπίο της
φαρμακευτικής αγοράς.
48
Πίνακας 11: Μερίδια 15 πρώτων σε κύκλο φαρμακευτικών επιχειρήσεων για το 2000, όπως
αυτά έχουν υπολογιστεί από το σύνολο των πωλήσεων φαρμακευτικών προϊόντων για
ανθρώπινη χρήση κάθε επιχείρησης, στο σύνολο των πωλήσεων στην εγχώρια αγορά
Novartis 7,4
Vianex 6,4
Janssen-Cilag 5,9
Glaxowellcome 5,7
Roche 5,2
Boehringer 3,1
Φαρμασερβ-Lilly 3,2
Aventis 3,0
Schering-Plough 2,8
Abbott 2,0
Γερολυμάτος 1,0
49
Πίνακας 12: Μερίδια αγοράς 15 πρώτων εταιρειών σε πωλήσεις μέσω φαρμακείων στην
Ελλάδα το 2000
Novartis 7,07
Vianex 6,95
Glaxowellcome 5,93
Aventis 4,04
Boehringer 3,62
Janssen-Cilag 3,55
Roche 3,52
Φαρμασερβ-Lilly 3,40
Elpen 2,74
Pfizer 2,70
50
Πίνακας 13: Πωλήσεις των επιχειρήσεων προς τα φαρμακεία και τις φαρμακαποθήκες
51
Πίνακας 13 (συνέχεια)
1987 2000
Η εξέλιξη της εγχώριας κατανάλωσης φαρμάκων δίνεται στον πίνακα 12, και
αναφέρεται στη συνολική φαρμακευτική δαπάνη. Δεν συμπεριλαμβάνει στα στοιχεία
αυτά οι παράλληλες εξαγωγές, αφού αυτά τα φάρμακα δεν καταναλώθηκαν στην
Ελλάδα, ούτε τη δαπάνη των φαρμάκων που καταναλώθηκαν στα δημόσια
νοσοκομεία (τα φάρμακα των νοσοκομείων θεωρούνται ενδιάμεσο προϊόν της
52
νοσοκομειακής περίθαλψης και ως εκ τούτου η σχετική δαπάνη εντάσσεται στην
νοσοκομειακή).
1987 220,748
1990 425,223
1992 690,708
1995 220,698
1996 1388,114
1997 1452,223
1998 1291,768
1999 1561,261
2000 1846,221
53
Η ανάλυση πωλήσεων φαρμακευτικών προϊόντων, σε δισεκατομμύρια €, για το
2000 παρουσιάζεται ακολούθως στον πίνακα 16.
54
μερίδιο αγοράς των αντιχοληστεριναιμικών και αντιλιπιδαιμικών φαρμάκων σχεδόν
διπλασιάστηκε από το 1998 ως το 2002, από 3,1% σε 6%. Την ίδια περίοδο μια
αξιοσημείωτη αύξηση παρατηρήθηκε στους απλούς ανταγωνιστές της
αγγειοτενσίνης ΙΙ, στα αντιψυχωτικά, στους αντιθρομβοτικούς παράγοντες και στα
φάρμακα για την θεραπεία του Αλτσχαϊμέρ. Από τα στοιχεία αυτά γίνεται φανερή η
αξία της αγοράς των αντιυπερτασικών φαρμάκων καθώς αυτά καταλαμβάνουν 4
από τις 16 θέσεις. Αναλυτικότερα η μεταβολή του μεριδίου αγοράς αυτών
κατηγοριών φαρμάκων παρουσιάζεται στον πίνακα 17.
Αντιχοληστεριναιμικά και
3,1 3,9 5,4 5,9 6,0
αντιλιπιδαιμικά
Ανταγωνιστές ασβεστίου
5,5 5,3 4,9 4,5 4,2
(απλοί)
Ανταγωνιστές της
0,6 0,8 2,2 3,5 4,0
Αγγειοτενσίνης ΙΙ (απλοί)
Κεφαλοσπορίνες και
4,8 4,2 3,7 3,2 2,8
συνδυασμοί
Μακρολίδια και αντίστοιχες
3,5 3,5 3,0 2,7 2,6
ουσίες
Αντιδιαβητικά από του
1,2 1,2 1,3 1,5 2,0
στόματος
55
Πίνακας 17 (συνέχεια)
56
Βιβλιογραφία
7. www.sfee.gr
57
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΤΑΣΗΣ
Η πίεση του αίματος είναι ένα μέτρο της πίεσης, την οποία ασκεί το αίμα που
κυκλοφορεί στο τοίχωμα των μεγάλων αρτηριών. Η αρτηριακή πίεση (ΒΡ) είναι
ανάλογη προς το γινόμενο που ορίζεται από τον Κ.Λ.Ο.Α. (CO) και την αντίσταση
που βρίσκει το αίμα κατά την διέλευση του προ των τριχοειδών αγγείων στην
περιφέρεια (PVR).
BP = CO * PVR
Νεφρική
λειτουργία
Εγγενής Σχηματισμός
Ρυθμός Νευρικός
Όγκος παλμού ανταπόκριση αγγειοτενσίνης
μυοκαρδίου έλεγχος
των αγγείων ΙΙ
Καρδιακή παροχή
Περιφερική αντίσταση
Αρτηριακή πίεση
58
Ιστορικά μεγαλύτερη έμφαση έχει δοθεί στην διαστολική παρά στην συστολική
πίεση, ως παράγοντα πρόγνωσης για ασθένειες των εγκεφαλικών αγγείων και της
στεφανιαίας νόσου, και έτσι αποτελούσε κριτήριο στις περισσότερες έρευνες ως τις
αρχές της δεκαετίας του 90 [1]. Πάντως τα στοιχεία των μέχρι σήμερα ερευνών
αποδεικνύουν ότι και η συστολική και η διαστολική πίεση έχουν μια διαρκή
ξεχωριστή και καθορισμένη σχέση με τον κίνδυνο εμφράγματος και προβλημάτων
της στεφανιαίας. Στο ευρωπαϊκό περιβάλλον η σχέση μεταξύ συστολικής πίεσης και
του κινδύνου εμφάνισης εμφράγματος είναι πιο έντονη από ότι αντίστοιχα για την
εμφάνιση καρδιαγγειακών ασθενειών. Πάντως ο ενδογενής κίνδυνος, που
υπολογίζεται από το εύρος των θανάτων λόγω της αυξημένης πίεσης, είναι
μεγαλύτερος για ασθένειες της στεφανιαίας από ότι για εμφράγματα, και αντανακλά
την μεγαλύτερη συχνότητα που απαντώνται οι ασθένειες του μυοκαρδίου στην
Ευρώπη. Στον ηλικιωμένο πληθυσμό όμως ο κίνδυνος για έμφραγμα είναι
μεγαλύτερος [2]. Η άμεση σχέση ανάμεσα στην αυξημένη συστολική και διαστολική
πίεση και τον κίνδυνο καρδιαγγειακών ασθενειών επιβεβαιώνεται από το γεγονός
ότι η συστολική πίεση αυξάνει σε όλο τον ενήλικο πληθυσμό της Ευρώπης, ενώ η
διαστολική πίεση φτάνει σε κορυφή στην ηλικία των 60 ετών για τους άνδρες και
των 70 για τις γυναίκες [3]. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι καλύτερος παράγοντας
πρόβλεψης είναι το εύρος της διαφορά διαστολικής-συστολικής πίεσης. Υπάρχουν
μελέτες [4-7] που αναφέρουν ότι για ένα ορισμένο επίπεδο συστολικής πίεσης η
διαστολική είχε μια αντίστροφη συσχέτιση με τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Πάντως
έχει δειχθεί ότι και η διαστολική και η συστολική πίεση είναι ανεξάρτητα η μία από
την άλλη προγνωστικοί παράγοντες του εμφράγματος και της στεφανιαίας
θνησιμότητας.
Η διαρκής σχέση ανάμεσα στην πίεση του αίματος και τον κίνδυνο από
καρδιαγγειακά νοσήματα κάνει οποιαδήποτε κατάταξη και αριθμητικό προσδιορισμό
της υπέρτασης αυθαίρετο. Επίσης υπάρχουν ερευνητές που [8] δείχνουν ότι
οποιαδήποτε αριθμητική προσέγγιση πρέπει να είναι ευέλικτη. Η κατάταξη που
έδωσε το 1999 η WHO/ISH και παρουσιάζεται στον πίνακα 1, έγινε με την
επιφύλαξη ότι τα πραγματικά όρια που δείχνουν υπέρταση πρέπει να είναι ευέλικτα,
υψηλότερα ή χαμηλότερα βασισμένα στο συνολικό προφίλ καρδιαγγειακού κινδύνου
του κάθε ασθενούς.
59
Πίνακας 18 : Ορισμοί και κατηγοριοποίηση των επιπέδων αρτηριακής πίεσης
Βέλτιστη
<120 <80
Κανονική
120-129 80-84
Υψηλή φυσιολογική
130-139 85-89
Επίπεδο 1 υπέρτασης
140-159 90-99
(ήπιο)
Επίπεδο 2 υπέρτασης
160-179 100-109
(μέτριο)
Επίπεδο 3 υπέρτασης
>=180 >=110
(σοβαρό)
Μεμονωμένη συστολική
> 140 <90
υπέρταση
60
αρτηριακών αγγείων, μικροαλβουμινουρία, ισχαιμία μυοκαρδιοπάθειες, ασθένειες
των νεφρών ρετινοπάθεια, κ.α.) και το επίπεδο της συστολικής και διαστολικής
πίεσης. Η θεραπεία της υπέρτασης πλέον μπορεί να αρχίζει και σε ασθενείς με
συστολική πίεση 130-139 mmHg και διαστολική πίεση 85-89 mmHg, όταν
συνυπάρχουν και άλλοι παράγοντες κινδύνου. Ο πρώτος στόχος της θεραπείας της
υπέρτασης είναι να μειωθεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό ο μακροπρόθεσμος κίνδυνος
καρδιαγγειακής θνησιμότητας και νοσηρότητας. Βέβαια αυτό απαιτεί και αναστροφή
όλων των παραγόντων κινδύνου που μπορεί να συνυπάρχουν όπως δυσλιπιδαιμία,
κάπνισμα, παχυσαρκία, διαβήτη και μείωση της πρόσληψης αλκοόλ και αλατιού. Τα
επίπεδα της πίεσης του αίματος που θεωρούνται ικανοποιητικά όταν επιτευχθούν
είναι κάτω από 140/90 mmHg και στους διαβητικούς κάτω από 130/80mmHg.
Ανάλογα με το στάδιο της υπέρτασης και την συνύπαρξη και άλλων παραγόντων
κινδύνου τα υπερτασικά άτομα διαχωρίζονται σε συνήθους, μικρού, μέσου ή
μεγάλου καρδιαγγειακού κινδύνου. Είναι εμφανές ότι άτομα του ίδιου σταδίου
υπέρτασης μπορεί να διατρέχουν πολύ διαφορετικό κίνδυνο (μικρό, μέσο ή μεγάλο).
Ο προσδιορισμός του συνολικού κινδύνου με βάση τον πίνακα που ακολουθεί είναι
απαραίτητος σε κάθε άρρωστο, προκειμένου να αποφασιστεί η έναρξη θεραπείας
[3].
Οριακή
Υπέρταση στάδιο Υπέρταση στάδιο Υπέρταση
αρτηριακή πίεση 1 2 στάδιο 3
ΑΛΛΟΙ
ΣΑΠ 130-139 ή ΣΑΠ 140-159 ή ΣΑΠ 160-179 ή ΣΑΠ>=180 ή
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ
ΔΑΠ 85-89 ΔΑΠ 90-99 ΔΑΠ 100-109 ΔΑΠ >=110
ΚΙΝΔΥΝΟΥ
Χωρίς άλλους
παράγοντες ΣΥΝΗΘΗΣ ΜΙΚΡΟΣ ΜΕΣΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ
κινδύνου
1-2 παράγοντες
ΜΙΚΡΟΣ ΜΕΣΟΣ ΜΕΣΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ
κινδύνου
>= 3 ή ΒΟΣ,
διαβήτης,
νεφρική βλάβη, ΜΕΓΑΛΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ ΜΕΓΑΛΟΣ
καρδιαγγειακή
νόσος.
61
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της υπέρτασης αποτελεί το ότι είναι μια ασθένεια
που η αντιμετώπιση της είναι μακροπρόθεσμη και μακροχρόνια. Η διάρκεια της
θεραπείας για έναν μεσήλικα ασθενή υπολογίζεται γύρω στα 20-30 χρόνια [9,10].
Ένα άλλο είναι και το γεγονός ότι ο ασθενής που επισκέπτεται τον γιατρό δεν
γνωρίζει ότι έχει υπέρταση, συχνά πηγαίνει για να αντιμετωπίσει κάποιον
πονοκέφαλο ή ζαλάδα και για αυτό το λόγο στην υπέρταση η πτώση της αρτηριακής
πίεσης per c δεν θεωρείται θεραπευτικό αποτέλεσμα. Δεν κάνει τους ασθενείς να
αισθάνονται καλύτερα, αφού έτσι και αλλιώς είναι ασυμπτωματική. Στην
πραγματικότητα μπορεί να τους κάνει να αισθανθούν και χειρότερα. Ο σκοπός της
επιδίωξης της πτώσης της αρτηριακής πίεσης είναι η μείωση του κινδύνου
εμφράγματος του μυοκαρδίου, ανακοπής, καρδιακής ανεπάρκειας, και νεφρικής
ανεπάρκειας [11].
62
φάρμακο στο οποίο ο κάθε ασθενής ανταποκρίνεται καλύτερα τόσο από άποψη
αποτελεσματικότητας όσο και ανεκτικότητας. Από την άλλη η χρήση ενός σχήματος
με συγχορήγηση δύο φαρμάκων σε χαμηλή δόση πλεονεκτεί διότι (1) με τη χρήση
δύο φαρμάκων με διαφορετικούς μηχανισμούς δράσης είναι πολύ πιο πιθανό ότι η
πίεση του αίματος και οι επιπλοκές της θα αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα, (2)
χρησιμοποιώντας συνδυασμούς τα φάρμακα μπορεί να χορηγηθούν σε χαμηλές
δόσεις και είναι έτσι πιο πιθανό να μην εμφανιστούν παρενέργειες, (3) υπάρχουν
σήμερα στην αγορά ιδιοσκευάσματα που περιέχουν σταθερούς συνδυασμούς
αντιυπερτασικών παραγόντων σε χαμηλές δόσεις, καθιστώντας έτσι την
συμμόρφωση των ασθενών με την θεραπεία πιο αποτελεσματική.
Οι συνδυασμοί που έχουν βρεθεί ότι είναι πιο αποτελεσματικοί και καλά ανεκτοί είναι
63
οποιοδήποτε κόστους δεν πρέπει να κυριαρχούν την αποτελεσματικότητας και
του πόσο καλά ο ασθενής ανέχεται μια συγκεκριμένη θεραπεία
3. το προφίλ του κινδύνου για καρδιαγγειακά επεισόδια που αντιμετωπίζει ο κάθε
ασθενής
4. την ύπαρξη οργάνων που έχουν υποστεί βλάβες ή την εμφάνιση/ή και ύπαρξη
ιστορικού καρδιαγγειακών παθήσεων, παθήσεων των νεφρών και διαβήτη
5. την παρουσία άλλων δυσλειτουργιών που μπορούν είτε να περιορίζουν ή να
ευνοούν την χρήση μιας συγκεκριμένης ομάδας αντιυπερτασικών φαρμάκων
6. την πιθανότητα αλληλεπιδράσεων μεταξύ των φαρμάκων που μπορεί να
χορηγούνται στον ασθενή για την αντιμετώπιση άλλων ασθενειών
Το κάθε θεραπευτικό σχήμα για την αντιμετώπιση της υπέρτασης είναι αποκλειστικά
προσαρμοσμένο στις ανάγκες και ιδιαιτερότητες του κάθε ασθενή, αφού ο γιατρός
λαμβάνει όλους τους προαναφερθέντες παράγοντες υπόψη πριν προβεί στην
συνταγογράφηση των φαρμάκων.
Στα υπερτασικά άτομα στα οποία συνυπάρχουν και άλλες παθήσεις, η επιλογή
συγκεκριμένης κατηγορίας αντιυπερτασικών φαρμάκων καθορίζεται από την
πάθηση αυτή. Πιο συγκεκριμένα στην καρδιακή ανεπάρκεια συστήνεται η χρήση
ΑΜΕΑ, β-αποκλειστών, και ανταγωνιστών υποδοχέων αγγειοτενσίνης, καθώς οι
κατηγορίες αυτές βελτιώνουν την πρόγνωση των ασθενών. Στους μετεμφραγματίες
προτιμάται η χρήση ΑΜΕΑ και β-αποκλειστών, ενώ οι ανταγωνιστές υποδοχέων της
αγγειοτενσίνης χορηγούνται μόνο όταν οι ΑΜΕΑ δεν είναι καλά ανεκτοί. Στην
στηθάγχη φάρμακα εκλογής είναι οι β-αποκλειστές ενώ εναλλακτικά μπορεί να
χορηγηθούν και ανταγωνιστές ασβεστίου μακράς δράσης. Στον σακχαρώδη διαβήτη
οι Ελληνική Εταιρεία Μελέτης της Υπέρτασης προτείνει ότι μπορούν να
συνταγογραφηθούν όλες οι κατηγορίες διότι μόνο θεωρητικά έχει αποδειχθεί η
υπεροχή συγκεκριμένων κατηγοριών. Σε περιπτώσεις που υπάρχει νεφρική βλάβη,
είτε σε διαβητική νεφροπάθεια είτε σε μη διαβητική νεφροπάθεια οι ΑΜΕΑ και οι
ανταγωνιστές των υποδοχέων αγγειοτενσίνης καθυστερούν την επιδείνωση της
νεφρικής βλάβης. Κατά την χορήγηση των φαρμάκων αυτών είναι αναμενόμενο να
αυξηθεί η κρεατινίνη του ορού (μέχρι 30% της βασικής τιμής) αλλά αυτό δεν
αποτελεί λόγο διακοπής της θεραπείας. Όταν η κρεατινίνη του ορού είναι >2,5-3
mg/dl τα θειαζιδικά διουρητικά δεν δρουν και αντί για αυτά χορηγούνται διουρητικά
της αγκύλης. [16]
64
Οι οδηγίες της JNC VII αναφορικά με την πρόληψη, διερεύνηση, αξιολόγηση, και
θεραπεία της υπέρτασης δίνει την ακόλουθη κατάταξη των φαρμάκων σχετικά με
συνυπάρχουσες της υπέρτασης παθήσεις υψηλού κινδύνου.
Πίνακας 20: Βάση κατευθυντηρίων οδηγιών για απόλυτες ενδείξεις για ξεχωριστές
κατηγορίες φαρμάκων (JNC 7) [οι απόλυτες ενδείξεις για αντιυπερτασικά φάρμακα βασίζονται
σε οφέλη που έχουν παρατηρηθεί σε μελέτες έκβασης ή υπάρχουσες κατευθυντήριες οδηγίες.
Η απόλυτη ένδειξη διαχειρίζεται παράλληλα με την αρτηριακή πίεση] (17)
Συνιστώμενα φάρμακα
Καρδιακή ανεπάρκεια ■ ■ ■ ■ ■
Έμφραγμα
οπισθίου/τοιχώματος του ■ ■ ■
μυοκαρδίου
Υψηλός κίνδυνος
■ ■ ■ ■
στεφανιαίας νόσου
Διαβήτης ■ ■ ■ ■ ■
Πρόληψη
επαναλαμβανομένου/εγκε- ■ ■
φαλικού επεισοδίου
65
Βιβλιογραφία
1. Collins R., Peto R., MacMahon S., Herbert P., Fieback N. H., Eberlein K. A.,
“Blood pressure, stroke, and coronary heart disease. Part 2. Short term
reductions in blood pressure: overview of randomized drug trials in their
epidemiological context”, Lancet 1990, 335, 827-839
2. Kjeidsen S.E., Julius S., Hender T., Hansson L., “Stroke is more common
than myocardial infraction in hypertension: analysis based on 11 major
randomised intervention trials”, Blood press 2001, 10, 190-192
4. Millar J.A., Lever A.F., Burke A., “Pulse pressure as a risk factor for
cardiovascular events the MRC mild hypertension trial”, Journal of
Hypertension 1999, 17, 1065-1072
5. Fraklin S., Khan S.A., Wong D. A., Larson M. G., Levy D., “Is pulse pressure
useful in predicting risk for coronary heart disease? The Framingham heart
study”, Circulation 1999, 100, 354-360
6. Fraklin S., Larson M. G., Khan S.A., Wong D. A., Leip E. P., Kannel W.B.,
Levy D., “Does the relation of blood pressure to coronary heart disease risk
change with ageing? The Framingham heart study”, Circulation 2001, 103,
1245-1249
7. Benetos A., Zureik M., Morcet J., Thomas F., Bean K., Safar M., “A
decrease in diastolic blood pressure combined with an increase in systolic
blood pressure is associated with a higher cardiovascular mortality in men”,
J Am Coll Cardiol, 2000, 35, 673-680
8. Evans J. G., Rose G., “Hypertension”, Br Med Bull, 1971, 27, 37-42
66
10. Zanchetti A., Mancia G., “Benefits and cost-effectiveness of antihypertensive
therary. The actual versusthe intervention trial approach”, Journal of
Hypertension, 1996, 14, 809-811
67
ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΩΝ
ΦΑΡΜΑΚΩΝ
Ο θεμελιώδης σκοπός της αντιυπερτασικής αγωγής είναι η σταθεροποίηση της
αρτηριακής πίεσης σε χαμηλά φυσιολογικά επίπεδα. Στην επίτευξη αυτού του
σκοπού καθοριστικός είναι ο ρόλος των αντιυπερτασικών φαρμάκων. Η αγορά των
αντιυπερτασικών φαρμάκων είναι μια από τις μεγαλύτερες που υπάρχουν, με μια
μεγάλη ποικιλία ιδιοσκευασμάτων ανά κατηγορία. Για την παρουσίαση μιας
ολοκληρωμένης ποιοτικής εικόνας της αγοράς πεπτιδικών φαρμάκων παρατίθεται ο
πίνακας που ακολουθεί και ο οποίος περιλαμβάνει τα ιδιοσκευάσματα τα οποία
κυκλοφόρησαν στην ελληνική αγορά κατά την πενταετία 1999–2003.
Πίνακας 21: Αντιυπερτασικά ιδιοσκευάσματα που κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα από 1999-
2003
68
Πίνακας 21 (συνέχεια)
NIFECARD Νιτρενδιπίνη
Διλτιαζέμη BROS
ERGOCLAVIN
υδροχλωρική
Φενλιδίνη
SENSIT ORGANON
υδροχλωρική
Διλτιαζέμη
RUBITEN
υδροχλωρική
LISBA Νιτρενδιπίνη RAFARM
Βεραπαμίλη
BROVICARPINE
υδροχλωρική
VISCARD Νιφεδιπίνη
NORMA
TEPANIL Νιτρενδιπίνη
POTIONAL Νιτρενδιπίνη
Διλτιαζέμη KLEVA
SAUBASIN
υδροχλωρική
SPIDOX Νιτρενδιπίνη FINIXFARM
LACITENS Λασιδιπίνη ALLEN
PRESSODIPIN Νιτρενδιπίνη
Αμλοδιπίνη
NORMODIN GENEPHARM
Απλοί ανταγωνιστές besylate
ασβεστίου ANTIBLUT Νιφεδιπίνη
CRIVION Νιτρενδιπίνη
NEFELID Νιφεδιπίνη
VILCO
Διλτιαζέμη
ALFENER
υδροχλωρική
Διλτιαζέμη
DILTELAN
υδροχλωρική FARAN
LANOCARDIC Νιτρενδιπίνη
NIFEDICOR Νιφεδιπίνη NIKOLAKOPOULOS
Διλτιαζέμη
MAVITALON HELP
υδροχλωρική
MANYPER Μανιδιπίνη CHIESI PHARMACEUT
LEONITREN Νιτρενδιπίνη MEDINOVA
NELCONIL Νιτρενδιπίνη PHARMATEN
AROSELIN Νιτρενδιπίνη BIOSTAM
LOSTADRYL Νιτρενδιπίνη
Διλτιαζέμη CHRISPA
TERNEL
υδροχλωρική
FLECOR N Νιφεδιπίνη BIOSPRAY
UFOCARD Νιτρενδιπίνη PROEL
69
Πίνακας 21 (συνέχεια)
Διλτιαζέμη
DILZANOL
υδροχλωρική
Βεραπαμίλη REMEDINA
ELANVER
υδροχλωρική
Απλοί ανταγωνιστές ORIX Νιφεδιπίνη
ασβεστίου Διλτιαζέμη
NATASADOL COSMOPHARM-
υδροχλωρική
ZULEXEN Νιτρενδιπίνη DEMO
Βεραπαμίλη
ISOPTIN FARMALEX
υδροχλωρική
RENITEC Εναλαπρίλη
PRINIVIL Λισινοπρίλη
VIANEX
AFENIL Τραντολαπρίλη
VITOBEL Εναλαπρίλη
ACCUPRON Κιναπρίλη PFIZER
TRIATEC Ραμιπρίλη
AVENTIS
ODRIK Τραντολαπρίλη
COVERSYL Περιλδοπρίλη SERVIER
MONOPRIL Φοσινοπρίλη BRISTOL MYERS
CAPOTEN Καπτοπρίλη SQUIBB
Z-BEC Λισινοπρίλη GAP
ZESTRIL Λισινοπρίλη CANA
VASCASE Σιλαζαπρίλη ROCHE PHARMA
ADICANIL Λισινοπρίλη PHARMATEN
Αναστολείς ACE απλοί TANATRIL Ιμιδαπρίλη
GEROLYMATOS
AGIOTEN Εναλαπρίλη
CIBACEN Μπεναζεπρίλη NOVARTIS
STIBENYL Ραμιπρίλη PHARMANEL
NAFORDYL Λισινοπρίλη KLEVA
PRESSURIL Λισινοπρίλη FINIXFARM
ULTICADEX Εναλαπρίλη
RAFARM
LESURE Λισινοπρίλη
VEROXIL Λισινοπρίλη
ANFARM
KAPARLON S Εναλαπρίλη
PENERAL Λισινοπρίλη MEDICUS
ANALEPT Εναλαπρίλη
HYPOTENSOR Καπτοπρίλη FARAN
LANDOLAXIN Λισινοπρίλη
ICORAN Λισινοπρίλη BIOMEDICA CHEMICA
70
Πίνακας 21 (συνέχεια)
ERXETILAN Εναλαπρίλη
ZOFEPRIL Ζοφενοπρίλη MENARINI
SANCAP Καπτοπρίλη NOVARTIS SANDOZ
ENALAPRIL Εναλαπρίλη PHARMA ELLAS
ACCURETIC Κουϊναπρίλη &
PFIZER
υδροχλωροθειαζίδη
CO RENITEC Εναλαπρίλη &
Υδροχλωροθειαζίδη
PRINZIDE Λισινοπρίλη &
Αναστολείς ACE
Υδροχλωροθειαζίδη
συνδυασμένοι
SAVOSAN Εναλαπρίλη & VIANEX
Υδροχλωροθειαζίδη
TARKA Βεραπαμίλη
υδροχλωρική &
Τραντολαπρίλη
71
Πίνακας 21 (συνέχεια)
72
Πίνακας 21 (συνέχεια)
TARKA Βεραπαμίλη
υδροχλωρική & FARMALEX
Τραντολαπρίλη
PROTAL Εναλαπρίλη &
FARMEDIA
COMPLEX υδροχλωροθειαζίδη
LASIX Φουρεσεμίδη
FRUMIL Αμιλορίδη
AVENTIS
υδροχλωρική &
Φουρεσεμίδη
FLUDEX Ινδαπαμίδη SERVIER
MODURETIC Αμιλορίδη
υδροχλωρική & VIANEX
Υδροχλωροθειαζίδη
Διουρητικά
HYGROTON Χλωροθαλιδόνη
NOVARTIS
ESIDREX Υδροχλωροθειαζίδη
ALDACTONE
Σπειρολακτόνη PFIZER
TIADEN Αμιλορίδη
υδροχλωρική & GAP
Υδροχλωροθειαζίδη
HYDROFLUX Φουρεσεμίδη UNI PHARMA
73
Πίνακας 21 (συνέχεια)
HYDROCHLOROT
Υδροχλωροθειαζίδη UNI PHARMA
HIAZID
Αμιλορίδη
IVIDOL υδροχλωρική & RAFARM
Υδροχλωροθειαζίδη
LASIX Φουρεσεμίδη
IFET
Διουρητικά FRUSEMIDE Φουρεσεμίδη
TRANZIPEN Ινδαπαμίδη DEMO
LOPRESOR Μετοπρολόλη
VISKEN Πινδολόλη
NOVARTIS
Οξπρενολόλη
TRASICOR
υδροχλωρική
Αναστολείς β-
Σελιπρολόλη
υποδοχέων απλοί SELECTOL AVENTIS
υδροχλωρική
Νεμπιβολόλη
LOBIVON MENARINI
υδροχλωρική`
DILATREND Καρβεδιλόλη ROCHE PHARMA
KERLONE Βηταξολόλη LAVIPHARM
NEOCARDON Ατενολόλη GAP
Βισοπρολόλη
PACTENS GALENICA
φουμαρική
SOTALOL Σοταλόλη IFET
74
Πίνακας 21 (συνέχεια)
BLOCOTENOL Ατενολόλη
HEMON Ατενολόλη
NORMA
TREPARASEN Πινδολόλη
SILDER Ατενολόλη VIOFAR
Λοσαρτάνη &
HYZAAR θειαζίδη VIANEX
υδροχλωρική
Βαλσαρτάνη &
CO DIOVAN
υδροχλωροθειαζίδη
NOVARTIS
Βαλσαρτάνη &
CO DALZAD
υδροχλωροθειαζίδη
Αναστολείς της Καντεσαρτάνη &
ATACAND PLUS ASTRAZENECA
Αγγειοτενσίνης-ΙΙ υδροχλωροθειαζίδη
συνδυασμένοι Ιρμπεζαρτάνη &
COAPROVEL SANOFI SYNTHELABO
υδροχλωροθειαζίδη
Ιρμπεζαρτάνη & BRISTOL MYERS
KARVEZIDE
υδροχλωροθειαζίδη SQUIBB
Τελμισαρτάνη &
MICARDIS PLUS BOEHRINGER
υδροχλωροθειαζίδη
Τελμισαρτάνη &
PRITOR PLUS GSK PHARMA
υδροχλωροθειαζίδη
75
Πίνακας 21 (συνέχεια)
FISIOTENS Μονοξιδίνη
SOLVAY PHARMA
CYNT Μονοξιδίνη
CYNT Μονοξιδίνη PHARMASERVE
CATAPRESSAN Κλονιδίνη BOEHRINGER
ALDOMET Μεθυλντόπα VIANEX
MAGURAN Δοξαζοσίνη PHARMACYPRIA
Αντιυπερτασικά με LONITEN Μινοξιδίλη
κεντρική δράση PFIZER
MINIPRESS Πραζοσίνη
LONITEN Μινοξιδίλη IFET
PROGLYNEM Διαζοξίνη SCHERING PLOUGH
Διυδραλαζίνη
NEPRESOL NOVARTIS
μεθανοσουλφονική
Ατενολόλη &
TENORETIC CANA
Χλωροθαλιδόνη
Οξπρενολόλη
TRASITENSIN υδροχλωρική & NOVARTIS
Αναστολείς β- Χλωροθαλιδόνη
υποδοχέων Πινδολόλη &
VISKALDIX
συνδυασμένοι κλοπαμίδη
Ατενολόλη &
TYPOFEN KLEVA
Χλωροθαλιδόνη
Ατενολόλη &
OBOSAN RAFARM
Χλωροθαλιδόνη
Ανταγωνιστές
Φελοδιπίνη &
ασβεστίου LOGIMAX ASTRAZENECA
Μετοπρολόλη
συνδυασμένοι
HYGROTON Χλωροθαλιδόνη &
Αλκαλοειδή της NOVARTIS
RESERPIN Ρεσερπίνη
ραουβόλφια
Ρεσερπίνη &
συνδυασμένα NEOURIZINE ADELCO
Χλωροθειαζίδη
Α-αντιυπερτασικά και Μεθυλντόπα &
HYDROMET VIANEX
διουρητικά υδροχλωροθειαζίδη
76
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ ΣΕ
ΑΡΙΘΜΟΥΣ
Πωλήσεις των
αντιυπερτασικών
1999 2000 2001 2002 2003
φαρμάκων ανά
κατηγορία σε €
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
8.506.566 27.780.230 49.212.416 71.938.924 88.008.737
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
απλοί
Ανταγωνιστές
52.970.700 57.845.392 64.187.152. 75.592.178 84.446.481
ασβεστίου απλοί
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της 48.426.502 49.217.973 50.596.406 55.798.445 60.070.822
Αγγειοτενσίνης (ACE)
απλοί
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της 34.523.896 39.266.097 45.101.732. 53.561.219 58.758.251
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
(ACE) συνδυασμένοι
β-Αδρενεργίκοι
12.746.870 13.989.915 17.054.321 22.010.375 26.845.485
αποκλειστές απλοί
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
307.221 567.974 1.358.965 4.687.102 14.962.852
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
συνδυασμένοι
Διουρητικά 8.733.169 9.031.189 9.606.668 11.033.506 12.496.317
77
Πίνακας 22 (συνέχεια)
Πωλήσεις των
αντιυπερτασικών
1999 2000 2001 2002 2003
φαρμάκων ανά
κατηγορία σε €
Αντιυπερτασικά (α-
Αδρενεργίκοι
αποκλειστές και 5.085.265 5.942.901 6.913.732 7.953.715 8.433.315
αγγειοδιασταλτικά)
απλά
Ανταγωνιστές
ασβεστίου 3.928.760 4.846.196 5.626.704 5.983.571 5.880.062
συνδυασμένοι
β-Αδρενεργικοί
αποκλειστές 2.097.086 2.123.838 2.285.492 2.555.478 2.725.677
συνδυασμένοι
α-αντιυπερτασικά &
282.203 238.839 204.022 188.230 167.768
διουρητικά
Αλκαλοειδή
ραουβόλφια &
αντιυπερτασικός 60.915 51.673 40.613 8.924 943
παράγοντας &
διουρητικό
Σύνολο αγοράς 177.669.153 209.902.190 252.188.223 311.311.667 362.796.410
78
100.000.000
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΙΙ
ΑΠΛ
90.000.000
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΑΠΛ
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΙΙ
50.000.000 ΣΥΝΔ
ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
40.000.000
ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΑ ΑΠΛΑ
30.000.000
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΣΥΝΔ
20.000.000
Β-ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ
ΣΥΝΔ
10.000.000 Α-ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΑ + ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
έτος
ΑΝΤΑΓΩΝ.
ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΑΠΛΟΙ
ΑΝΤΑΓΩΝ. ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΑΠΛ
5%
4% 3% 25%
7% ΑΜΕΑ ΑΠΛΟΙ
ΑΜΕΑ ΣΥΝΔΥΑΣ
Β-ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ ΑΠΛΟΙ
16% ΑΝΤΑΓΩΝ.
23% ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΣΥΝΔ.
17% ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
ΑΛΛΟΙ
79
Οι ανταγωνιστές του υποδοχέα της αγγειοτενσίνης κατέχουν το 25% περίπου της
αγοράς των αντιυπερτασικών φαρμάκων, ενώ οι ανταγωνιστές ασβεστίου το 23%.
Οι Αναστολείς του Μετατρεπτικού Ενζύμου της Αγγειοτενσίνης ΙΙ, είτε απλοί είτε σε
συνδυασμό με διουρητικό, καλύπτουν το 33% περίπου της αγοράς. Οι πωλήσεις
των υπολοίπων κατηγοριών αντιυπερτασικών ουσιών καλύπτουν το 19% της
αγοράς.
Πίνακας 23: Πωλήσεις σε μονάδες των αντιυπερτασικών φαρμάκων από το 1999 έως 2003
Πωλήσεις των
αντιυπερτασικών
φαρμάκων ανά 1999 2000 2001 2002 2003
κατηγορία σε
μονάδες (units)
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
1.241.300 2.628.432 4.183.829 5.769.553 6.872.587
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
απλοί
Ανταγωνιστές
9.632.182 9.766.434 10.451.600 11.980.244 12.890.761
ασβεστίου απλοί
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της 7.874.373 7.833.817 7.917.864 8.556.952 8.727.839
Αγγειοτενσίνης
(ACE) απλοί
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της
5.097.489 5.707.922 6.470.650 7.545.906 7.999.277
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
(ACE)
συνδυασμένοι
β-Αδρενεργίκοι
αποκλειστές 3.961.630 4.164.399 4.594.277 5.476.152 6.144.040
απλοί
80
Πίνακας 23 (συνέχεια)
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
45.705 80.796 168.009 420.411 1.273.992
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
συνδυασμένοι
Διουρητικά 5.283.286 5.464.259 5.877.410 6.644.047 7.131.117
Αντιυπερτασικά
(α-αδρενεργικοί
αποκλειστές και 697.039 752.314 840.284 930.573 939.736
αγγειοδιασταλτικά
) απλά
Ανταγωνιστές
ασβεστίου 305.310 378.903 439.930 467.832 459.739
συνδυασμένοι
β-Αδρενεργικοί
αποκλειστές 577.623 582.390 621.054 686.467 719.169
συνδυασμένοι
α-αντιυπερτασικά
36.482 30.941 24.321 5.344 565
& διουρητικά
Αλκαλοειδή
ραουβόλφια &
αντιυπερτασικός 372.789 315.893 270.662 246.598 219.636
παράγοντας &
διουρητικό
Σύνολο αγοράς 35.125.208 37.706.500 41.859.890 48.730.079 53.378.458
81
14.000.000
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ ΑΠΛ
ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΑ ΑΠΛ
4.000.000
Β-ΑΔΡΕΝΕΡΓΙΚΟΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΕΣ ΣΥΝΔ
0 Α-ΑΝΤΙΥΠΕΡΤ + ΔΙΟΥΡΗΤ
έτος
Υπολογίζοντας το πηλίκο του συνόλου πωλήσεων σε €, για κάθε μία από τις δύο
κατηγορίες φαρμάκων, προς το σύνολο των πωλήσεων τους σε μονάδες προκύπτει
ότι
Από τα παραπάνω αποτελέσματα προκύπτει ότι η μέση τιμή ενός σκευάσματος που
περιέχει ανταγωνιστές των υποδοχέων της Αγγειοτενσίνης ΙΙ είναι σχεδόν διπλάσια
από την αντίστοιχη ενός σκευάσματος που έχει ως δραστικό συστατικό έναν
82
ανταγωνιστή ασβεστίου. Βέβαια κάτι τέτοιο είναι αναμενόμενο καθώς οι
ανταγωνιστές ασβεστίου είναι φάρμακα που κυκλοφορούν εδώ και πολλά χρόνια
ενώ οι Ανταγωνιστές του Υποδοχέα της Αγγειοτενσίνης ΙΙ η πιο σύγχρονη κατηγορία
φαρμάκων για την αντιμετώπιση της υπέρτασης.
Πωλήσεις των
αντιυπερτασικών
1999 2000 2001 2002 2003
φαρμάκων ανά
κατηγορία σε €
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
8.506.566 26.780.230 49.212.416 71.938.924 88.008.737
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
απλοί
Πρότυπα 8.506.566 26.780.230 49.212.416 71.938.924 88.008.737
generics
Ανταγωνιστές
52.970.700 57.845.392 64.187.152 75.592.178 84.446.481
ασβεστίου απλοί
Πρότυπα 48.361.617 53.327.277 59.305.290 69.969.808 78.500.194
generics 4.609.083 4.518.115 4.881.862 5.622.370 5.946.287
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της 48.426.502 49.217.973 50.596.406 55.798.445 60.070.822
Αγγειοτενσίνης
(ACE) απλοί
Πρότυπα 43.434.524 44.103.084 45.360.844 50.069.066 54.144.856
generics 4.991.978 5.114.889 5.235.562 5.729.379 5.925.966
83
Πίνακας 24 (συνέχεια)
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της
34.523.896 39.266.097 45.101.732 53.561.219 58.758.251
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
(ACE)
συνδυασμένοι
Πρότυπα 30.038.832 34.834.371 40.307.803 48.212.500 53.080.625
generics 4.485.064 4.431.726 4.793.929 5.348.719 5.677.626
β-Αδρενεργίκοι
αποκλειστές 12.746.870 13.989.915 17.054.321 22.010.375 26.845.485
απλοί
Πρότυπα 11.970.690 13.197.745 16.262.299 21.094.292 25.863.443
generics 776.180 792.170 792.022 916.083 982.042
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
307.221 567.974 1.358.965 4.687.102 14.962.552
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
συνδυασμένοι
Πρότυπα 307.221 567.974 1.358.965 4.687.102 14.962.552
generics
Διουρητικά 8.733.169 9.031.189 9.606.668 11.033.506 12.496.317
Πρότυπα 8.547.402 8.853.579 9.428.222 10.840.208 12.328.635
generics 185.767 177.610 178.446 193.298 167.682
Αντιυπερτασικά
(α-αδρενεργικοί
αποκλειστές και 5.085.265 5.942.901 6.913.732 7.953.715 8.433.315
αγγειοδιασταλτικά)
απλά
Πρότυπα 5.085.265 5.942.901 6.913.621 7.947.235 8.396.567
generics 0 0 111 6.480 36.748
Ανταγωνιστές
ασβεστίου 3.928.760 4.846.169 5.626.704 5.983.571 5.880.062
συνδυασμένοι
Πρότυπα 3.928.760 4.846.169 5.626.704 5.983.571 5.880.062
generics
84
Πίνακας 24 (συνέχεια)
β-Αδρενεργικοί
αποκλειστές 2.097.086 2.123.838 2.285.492 2.555.478 2.725.677
συνδυασμένοι
Πρότυπα 2.061.473 2.084.895 2.245.620 2.504.634 2.669.739
generics 35.613 38.943 39.872 50.844 55.938
Αλκαλοειδή
ραουβόλφια &
αντιυπερτασικός 282.203 238.839 204.022 188.230 167.768
παράγοντας &
διουρητικό
Πρότυπα 277.337 235.452 201.993 185.754 166.268
generics 4.866 3.387 2.029 2.476 1.500
α-αντιυπερτασικά
60.915 51.673 40.613 8.924 943
& διουρητικά
Πρότυπα 60.867 51.673 40.600 8.924 943
generics 48 0 13 0 0
Πωλήσεις των
αντιυπερτασικών
φαρμάκων ανά 1999 2000 2001 2002 2003
κατηγορία σε
μανάδες
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
απλοί
1.241.300 2.628.432 4.183.829 5.769.553 6.872.587
Πρότυπα
1.241.300 2.628.432 4.183.829 5.769.553 6.872.587
generics
Ανταγωνιστές
ασβεστίου απλοί
9.632.182 9.632.182 9.632.182 9.632.182 9.632.182
Πρότυπα
8.296.562 8.482.587 9.141.240 10.578.239 11.464.089
generics
1.335.620 1.283.847 1.310.360 1.402.005 1.426.672
85
Πίνακας 25 (συνέχεια)
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της
Αγγειοτενσίνης
(ACE) απλοί
7.874.373 7.833.817 7.917.864 8.556.952 8.727.839
Πρότυπα
6.774.305 6.749.208 6.855.518 7.435.261 7.641.562
generics
1.100.068 1.084.609 1.062.346 1.121.691 1.086.277
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
(ACE)
συνδυασμένοι
5.097.489 5.707.922 6.470.650 7.545.906 7.999.277
Πρότυπα
4.342.725 4.955.515 5.642.906 6.666.920 7.121.291
generics
754.764 752.407 827.744 878.986 877.986
β-Αδρενεργίκοι
αποκλειστές
απλοί
3.961.630 4.164.399 4.594.277 5.476.152 6.144.040
Πρότυπα
3.635.700 3.832.712 4.262.852 5.091.490 5.731.180
generics
325.930 331.687 331.425 384.662 412.860
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
συνδυασμένοι
45.705 80.796 168.009 420.411 1.273.992
Πρότυπα
45.705 80.796 168.009 420.411 1.273.992
generics
Διουρητικά
5.283.286 5.464.259 5.877.410 6.644.047 7.131.117
Πρότυπα
5.143.076 5.343.320 5.761.293 6.515.612 7.016.405
generics
140.210 120.939 116.117 128.435 114.712
Αντιυπερτασικά
(α-αδρενεργικοί
αποκλειστές και
αγγειοδιασταλτικά)
απλά
697.039 752.314 840.284 930.573 939.736
Πρότυπα
697.039 752.314 840.258 929.042 931.130
generics
0 0 26 1.531 8.606
86
Πίνακας 25 (συνέχεια)
Ανταγωνιστές
ασβεστίου
συνδυασμένοι
305.310 378.903 439.930 467.832 459.739
Πρότυπα
305.310 378.903 439.930 467.832 459.739
generics
β-Αδρενεργικοί
αποκλειστές
συνδυασμένοι
577.623 582.390 621.054 686.467 719.169
Πρότυπα
568.699 572.877 611.085 673.757 706.271
generics
8.924 9.513 9.969 12.710 12.898
Αλκαλοειδή
ραουβόλφια &
αντιυπερτασικός
παράγοντας &
διουρητικό
372.789 315.893 270.662 246.598 219.636
Πρότυπα
370.009 313.958 269.503 245.183 218.779
generics
2.780 1.935 1.159 1.415 857
α-αντιυπερτασικά
& διουρητικά
36.482 30.941 24.321 5.344 565
Πρότυπα
36.446 30.941 24.311 5.344 565
generics
36 0 10 0 0
87
Πίνακας 26: Ποσοστά που κατέχουν τα generics αντιυπερτασικά τόσο σε μονάδες όσο και σε
€ το 1999 και το 2003
Ποσοστό % Ποσοστό %
Ποσοστό που Ποσοστό που
που κατέχουν που κατέχουν
Κατηγορίες κατέχουν τα κατέχουν τα
τα generics τα generics
αντιυπερτασικών generics generics
φάρμακα σε φάρμακα σε
φαρμάκων φάρμακα σε € φάρμακα σε €
μονάδες μονάδες
(1999) (2003)
(1999) (2003)
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
- - - -
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
απλοί
Ανταγωνιστές
8,70 7,04 13,87 11,07
ασβεστίου απλοί
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της 10,31 9,86 13,97 12,45
Αγγειοτενσίνης (ACE)
απλοί
Ανταγωνιστές του
μετατρεπτικού
ενζύμου της 12,99 9,66 14,81 10,98
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
(ACE) συνδυασμένοι
β-Αδρενεργίκοι
6,48 3,66 8,23 6,72
αποκλειστές απλοί
Ανταγωνιστές των
υποδοχέων της
- - - -
Αγγειοτενσίνης ΙΙ
συνδυασμένοι
Διουρητικά 2,13 1,34 2,65 1,61
Αντιυπερτασικά (α-
αδρενεργικοί
αποκλειστές και 0 0,44 0 0,92
αγγειοδιασταλτικά)
απλά
Ανταγωνιστές
ασβεστίου - - - -
συνδυασμένοι
88
Πίνακας 26 (συνέχεια)
β-Αδρενεργικοί
αποκλειστές 1,70 2,05 1,54 1,79
συνδυασμένοι
Αλκαλοειδή
ραουβόλφια &
αντιυπερτασικός 1,72 0,89 0,75 0,39
παράγοντας &
διουρητικό
α-Αντιυπερτασικά &
0,002 0 0,10 0
διουρητικά
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν προκύψει από έρευνα αγοράς στις ΗΠΑ, τα
πρότυπα φάρμακα μπορούν να χάσουν από το 35% της αγοράς τους μέσα σε ένα
χρόνο και μέχρι και 50% σε διάστημα δύο ετών από τα αντίστοιχα generics με την
λήξη της πατέντας τους [2]. Αντίστοιχο φαινόμενο δεν παρατηρείται στην ελληνική
αγορά. Αντίθετα από τον πίνακα 26 φαίνεται ότι συνολικά, και ανά κατηγορία
αντιυπερτασικών φαρμάκων, τα generics φάρμακα κατέχουν μικρότερο μερίδιο
αγοράς το 2003 σε σχέση με αυτό που κατείχαν το 1999. Μάλιστα αυτό
παρατηρείται τόσο στο μερίδιο αγοράς τους σε € όσο και σε μονάδες. Κατά
συνέπεια το φαινόμενο δεν μπορεί να αποδοθεί σε αυξομειώσεις των τιμών. Κύριο
λόγο στη διαμόρφωση αυτής της πραγματικότητας παίζει το σύστημα πληρωμής
των φαρμάκων που κατά κύριο λόγο στην Ελλάδα επιβαρύνει τα ασφαλιστικά
ταμεία, και όχι άμεσα ίδιους τους ασθενείς, οι οποίοι επιζητούν το ‘’ποιοτικό’’ και όχι
το ‘’φθηνό’’ φάρμακο. Επιπλέον οι εταιρείες που παράγουν τα πρότυπα φάρμακα
φροντίζουν να θωρακίσουν την θέση τους στην αγορά έναντι των generics. Κάθε
89
εταιρεία που παράγει ένα φάρμακο γνωρίζει ότι κάποια στιγμή η πατέντα του θα
λήξει και ότι θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει το φαινόμενο του άμεσου ανταγωνισμού
για ένα φάρμακο με την ίδια δραστική ουσία το οποίο θα είναι και φθηνότερο. Για
αυτό το λόγω κάθε εταιρεία προσπαθεί για κάθε πρότυπο φάρμακο που παράγει να
κτίσει γύρω από αυτό ένα ισχυρό εμπορικό όνομα / brand name [3]. Όσο πιο
πετυχημένη είναι μια τέτοια προσπάθεια τόσο πιο πολύ ταυτίζεται το εν λόγω
φάρμακο στο μυαλό του γιατρού, φαρμακοποιού ή του ασθενή με την αντιμετώπιση
της συγκεκριμένης ασθένειας και τόσο πιο δύσκολο προβαίνουν στην χορήγηση
ενός generic προϊόντος. Είναι επίσης συχνό φαινόμενο ο ασθενής μετά από
πολύχρονη χρήση ενός συγκεκριμένου ιδιοσκευάσματος, με την βοήθεια του οποίου
αντιμετώπισε επιτυχημένα την ασθένεια του, δύσκολα να πείθεται να στραφεί στην
χρήση ενός νέου ακόμα και αν βεβαιωθεί από τον θεράποντα ιατρό ότι πρόκειται για
ακριβώς την ίδια δραστική ουσία. Ακόμη λίγο πριν και αμέσως μετά την λήξη της
πατέντας οι εταιρείες ακολουθούν επιθετική πολιτική προώθησης των προϊόντων
τους επικεντρώνοντας τις προσπάθειες τους στην διαφοροποίηση των φαρμάκων
τους από τα generic [4,3].
90
Βιβλιογραφία
91
ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
92
93
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗ ΤΩΝ
ΓΙΑΤΡΩΝ
Ο τρόπος με τον οποίο συνταγογραφεί ο κάθε γιατρός είναι μοναδικός. Και σίγουρα
υπάρχουν πολλές παράμετροι που εμπλέκονται στην λήψη της τελικής απόφασης
συνταγογράφησης. Πάντως ακόμη υπάρχει πολλή συζήτηση γύρω από το τι συνιστά
καλής ποιότητας συνταγογράφηση [1]. Θεωρείται ότι η ποιότητα της
συνταγογράφησης είναι μια άθροιση της αποτελεσματικότητας, της ασφάλειας, της
καταλληλότητας και του κόστους (με την ευρεία έννοια και όχι απλώς το μεμονωμένο
κόστος) των σκευασμάτων [2]. Ως παράδειγμα και για να γίνει αντιληπτό τι
αντιπροσωπεύει η έννοια κόστος, φέρονται οι γενικοί γιατροί που στην Αγγλία
έγραψαν πάνω από 459 εκατομμύρια συνταγές, κατά την περίοδο 1993-94, οι οποίες
συνολικά κόστιζαν πάνω από 3.690εκατομμύρια £.[3] Η αρμόδια επιτροπή στην
έκθεσή της “μια συνταγή για βελτίωση” (a prescription for improvement) [4], κατέληξε
ότι 425 εκατομμύρια £ θα μπορούσαν να είχαν εξοικονομηθεί ελαττώνοντας τα
περιττά έξοδα. Μάλιστα ένας από τους παράγοντες που έχει παίξει σημαντικό ρόλο
στην αύξηση των δαπανών υγείας δια μέσου της συνταγογράφησης σε διεθνές
επίπεδο είναι και ο αυξημένος αριθμός φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων που
κυκλοφορούν και τα οποία οφείλει να γνωρίζει ο γιατρός [5].
94
αγωγής, της ιατρικής πράξης, και της χρήσης των σύγχρονων διαγνωστικών μέσων
είναι μεγάλης σημασίας. Πάντως υπάρχουν λίγες ενδείξεις ότι οι προσπάθειες που
γίνονται στον τομέα αυτό είναι επιτυχείς. Διάφορες αναφορές εγείρουν ερωτήματα,
που στη βάση τους αμφισβητούν την αξία των προγραμμάτων, που εκπονούν οι
φορείς που εμπλέκονται με την δημόσια υγεία ή και την υπέρταση, πιο συγκεκριμένα,
με σκοπό να ενημερώσουν τους γιατρούς αναφορικά με τα πιο πρόσφατα κάθε φορά
δεδομένα για την καλύτερη θεραπευτική αντιμετώπισή των ασθενειών. Αν και σε
θεωρητικό επίπεδο υπάρχει εγκαθιδρυμένη η άποψη ότι επηρεάζουν την ιατρική
πράξη και την συνταγογράφηση των φαρμάκων.
95
Μια μελέτη που διεξήχθη στην Αυστραλία αναφορικά με την συμπεριφορά, τις
αντιλήψεις των γιατρών και τον τρόπο συνταγογράφησης τους, μέσα στο ισχύον
νομικό πλαίσιο, από τους Liaw et al, έφτασε στο συμπέρασμα ότι οι κυριότεροι
παράμετροι οι οποίοι καθορίζουν την συνταγογράφηση είναι τα νεότερα στοιχεία που
προκύπτουν από τις κλινικές μελέτες, τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα, και η
δημοφιλής αντίληψη ότι κάθε απόφαση που αφορά έναν ασθενή βασίζεται
αποκλειστικά στην ιδιοσυγκρασία του εκάστοτε ασθενή. Η παραπάνω μελέτη
προτείνει ότι οι ενημερωτικές εκστρατείες που κάνει το κράτος προκειμένου να
περιοριστεί η συνταγογράφηση και κατ΄ επέκταση οι δαπάνες για φάρμακα πρέπει να
κτίζονται πάνω στη βάση αυτής της ασθενο-κεντρικής θεώρησης του λειτουργήματος
του γιατρού, ώστε να προωθούνται η κατάλληλη συνταγογράφηση και η ορθή χρήση
των φαρμάκων και να μην χρησιμοποιούνται γραφειοκρατικές διαδικασίες που απλά
περιορίζουν την συνταγογράφηση. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα που βασίζονται σε
επιστημονικά δεδομένα και κλινικές ενδείξεις μπορεί να είναι πιο αποτελεσματικά
από πλευράς κόστους παρά τα περιοριστικά μέτρα έναντι της συνταγογραφίας [14].
Αυτό αποτελεί ένδειξη ότι η ενημέρωση των γιατρών μπορεί να επηρεάσει την
συνταγογράφηση τους και μάλιστα προς την επιθυμητή κατεύθυνση χωρίς να
επηρεάσει την ποιότητα της, όταν αυτή βασίζεται σε επιστημονικά δεδομένα.
Γενικά όμως έχει παρατηρηθεί μέχρι σήμερα ότι οι γιατροί είναι πολύ προσεκτικοί στο
να αλλάξουν τις συνταγογραφικές τους συνήθειες [15]. Όπως έδειξε μια μελέτη
υπάρχουν έστω και μικρές θετικές συσχετίσεις ανάμεσα στη δημοσιότητα που
λαμβάνει ένα γεγονός, τις προειδοποιήσεις που δημοσιεύονται, στις εκπαιδεύσεις
κάθε είδους που λαμβάνει ο γιατρός, και στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο
συνταγογραφεί [16]. Μάλιστα η συγκεκριμένη μελέτη καταλήγει ότι οι
συνταγογραφικές συνήθειες των γιατρών είναι δυνατόν να παρουσιάσουν βελτίωση
ως ανταπόκριση σε μηνύματα που λαμβάνουν σε πολλαπλά επίπεδα και με ποικίλες
μεθόδους, ακόμη και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Βέβαια και η δημοσίευση
αποτελεσμάτων κλινικών μελετών σχετίζονται όπως φαίνεται με τις αλλαγές στην
συμπεριφορά των γιατρών [17]. Υπάρχουν μελέτες οι οποίες δείχνουν ότι το έντυπο
εκπαιδευτικό υλικό ασκεί πάνω στην συμπεριφορά των επαγγελματιών της υγείας
μικρή ή αμελητέα επίδραση [18]. Σε μια μελέτη που έγινε από τους Astrom
et al, βρέθηκε ότι οι παράγοντες που είχαν την μεγαλύτερη επίδραση στην
συνταγογραφία ήταν ‘’οι συστάσεις από έναν ειδικό’’, ‘’η συζήτηση ζητημάτων
96
συνταγογράφησης με συναδέλφους’’, ‘’άρθρα που έχουν δημοσιευτεί’’, και ‘’η
προηγούμενη εμπειρία με την συνταγογράφηση του φαρμάκου’’. Επίσης σε
μικρότερο βαθμό φάνηκε ότι επηρεάζουν τους γιατρούς ‘’οι επισκέψεις των ιατρικών
επισκεπτών’’, ‘’οι διαφημίσεις σε επιστημονικά περιοδικά’’, και ‘’οι πληροφορίες μέσω
internet’’ [19].
Υπάρχουν ενδείξεις ότι από όλες τις οδούς που ενημερώνεται ο γιατρός και
επηρεάζουν την ιατρική του πράξη αυτός που φαίνεται να έχει την μεγαλύτερη
επίδραση είναι οι τακτικές προώθησης που χρησιμοποιούν οι φαρμακευτικές
εταιρείες, είτε με την μορφή άμεσης ενημέρωσης μέσω ιατρικών επισκεπτών είτε
μέσω διαφημίσεων. [13] Η παραπληροφόρηση είναι πιθανό να πηγάζει από
ανακριβείς διαφημίσεις φαρμάκων ή τις ανακοινώσεις-δηλώσεις που χρησιμοποιούν
οι φαρμακευτικές εταιρείες για την προώθηση των ιδιοσκευασμάτων τους και τις
έντονες και εντατικές προσπάθειες προώθησης στις οποίες προβαίνουν [20, 21].
Υπάρχουν ενδείξεις, όπως ήδη είδαμε και από την έρευνα των Siegel et al, ότι η
επιστημονική ενημέρωση είναι επιτυχής στην βελτίωση των συνταγογραφικών
πρακτικών και στην συμμόρφωση με τις κατευθυντήριες οδηγίες [22-26]. Από τα
στοιχεία αυτά προκύπτει ότι οι τεχνικές προώθησης παίζουν σημαντικό ρόλο στην
τελική διαμόρφωση της συνταγογράφησης του εκάστοτε γιατρού. Ειδικότερα για τις
διαφημίσεις πρέπει να επισημανθεί ότι πρωταρχικός στόχος τους είναι να πείσουν
τους γιατρούς να συνταγογραφήσουν το φάρμακό τους [27]. Υπάρχουν μάλιστα
ενδείξεις ότι οι γιατροί επηρεάζονται από τις διαφημίσεις των φαρμάκων [28-30]. H
φαρμακευτική βιομηχανία θεωρεί τις διαφημίσεις ως έναν επιπλέον τρόπο για να
ενημερώσει τους γιατρούς για τα προϊόντα της και τις επιμέρους ιδιότητες τους [31,
32]. Οι περισσότερες διαφημίσεις εμφανίσουν διάφορα στοιχεία ως προς την
αποτελεσματικότητα του φαρμάκου και τα προτερήματά του. Στις ΗΠΑ οι
φαρμακευτικές εταιρείες είναι υποχρεωμένες να υποβάλλουν τις διαφημίσεις που θα
καταχωρήσουν για έλεγχο στο FDA. Για να γίνει αντιληπτός ο όγκος των
διαφημίσεων που κατακλύζουν την αγορά, το 2002 υποβλήθηκαν συνολικά 34.000
διαφημίσεις. Ο όγκος των υποβληθέντων στοιχείων από μόνος του καθιστά δύσκολο
τον επισταμένο έλεγχο τους και την αξιολόγηση του αν και κατά πόσο αυτά που
ισχυρίζονται οι εταιρείες ισχύουν [33]. Για την Ελλάδα δεν έχουμε αντίστοιχα στοιχεία.
Είναι πάντως γεγονός ότι ο τύπος και τα περιοδικά που απευθύνονται σε γιατρούς,
και φαρμακοποιούς έχουν πολλές καταχωρήσεις για φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα,
97
πολλές από τις οποίες φέρουν βιβλιογραφικές αναφορές. Οι διαφημίσεις των
φαρμάκων διαφοροποιούνται από των υπολοίπων προϊόντων καθώς πολύ συχνά οι
αιτιάσεις τους για τις ιδιότητες των προϊόντων τους συνοδεύονται από βιβλιογραφική
τεκμηρίωση. Ωστόσο στην βιβλιογραφία αυτή δεν έχει πάντα δυνατότητα πρόσβασης
και άρα διαμόρφωσης ιδίας άποψης ο γιατρός. Για το ζήτημα αυτό ο παγκόσμιος
οργανισμός υγείας (WHO) έχει δηλώσει ότι ‘’τα επιστημονικά στοιχεία στον δημόσιο
τομέα πρέπει να είναι προσβάσιμα στους συνταγογράφους και σε κάθε άλλο άτομο
που έχει δικαίωμα να τα λάβει, εάν αναζητηθούν, όπως αρμόζει στις αξιώσεις τους.’’
[34] Σε μια έρευνα που έγινε από τους Cooper και Schriger (2005) στα τεύχη 10
περιοδικών που κυκλοφόρησαν κατά το έτος 1999, αναβρέθηκαν 438 διαφορετικές
διαφημίσεις. Από αυτές οι 129 δεν είχαν καθόλου επιστημονικά στοιχεία ενώ οι 312
είχαν 1072 βιβλιογραφικές αναφορές [27].
98
ιδιότητες των φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων που υπάρχουν, όλους εκείνους τους
παράγοντες που σχετίζονται με την συμμόρφωση των ασθενών, και την δυνατότητα
χορήγησης σταθερού ή ελεύθερου συνδυασμού φαρμακευτικών ουσιών.
Σε ότι αφορά την συμμόρφωση των ασθενών και ειδικότερα αυτών με υπέρταση είναι
γνωστό ότι πολλοί άνθρωποι στους οποίους έχει διαγνωστεί υπέρταση δεν
λαμβάνουν τα φάρμακά τους τα οποία θα τους βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της
ασθένειας τους [38]. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει διάφορες μελέτες που προσπαθούν
να υπολογίσουν το ποσοστό των ασθενών που δεν συμμορφώνονται με τις οδηγίες
των γιατρών και δεν λαμβάνουν την αγωγή τους κανονικά. Ανάλογα και με τους
ορισμούς και με τις κλίμακες που έχουν χρησιμοποιηθεί τα αποτελέσματα ποικίλουν,
παρόλα αυτά οι ενδείξεις που υπάρχουν δείχνουν πως ένα ποσοστό της τάξης του
50% των ασθενών δεν συμμορφώνονται με τις οδηγίες των γιατρών [39, 40]. Εκτός
αυτού βέβαια είναι συχνό φαινόμενο οι ασθενείς που αντιμετωπίζουν χρόνιες
παθήσεις να λαμβάνουν ενεργές αποφάσεις για τα φάρμακά τους, από το να είναι
απλά παθητικοί δέκτες της ιατρικής βοήθειας [41-43]. Μάλιστα για τη λήψη της
τελικής απόφασής τους οι ασθενείς τείνουν να συμβουλεύονται ιατρικές και μη
ιατρικές πηγές [44,45].
99
Οι αντιλήψεις των ασθενών γύρω από τα φάρμακα και ιδιαίτερα γύρω από τα
αντιυπερτασικά κατέχουν έναν σημαίνοντα λόγο στην τελική κρίση τους, για το κατά
πόσο θα ακολουθήσουν πιστά την αγωγή που έχει συστήσει ο γιατρός ή όχι [46]. Η
προοπτική ότι ο ασθενής θα ακολουθήσει εφόρου ζωής την θεραπεία δεν ακούγεται
ευοίωνη και οι ασθενείς συχνά αναφέρουν την επιθυμία τους να διακόψουν την
αγωγή ή να βρουν εναλλακτικές μεθόδους αντιμετώπισης της υπέρτασης πέρα από
τα φάρμακα [38]. Από την άλλη όμως οι συμβουλές των γιατρών, η εμπιστοσύνη που
έχει ο ασθενής στην γνώμη τους και η επίτευξη ενός καλού αποτελέσματος χωρίς την
εμφάνιση παρενεργειών φαίνεται ότι παίζουν θετικό ρόλο στην σωστή λήψη των
αντιυπερτασικών. Όπως έδειξε και μια μελέτη πάνω στα ρευματολογικά φάρμακα
αυτό που στην πράξη κάνουν οι ασθενείς είναι να ζυγίζουν τα πλεονεκτήματα και τα
μειονεκτήματα από την λήψη των φαρμάκων τους [47]. Επίσης υπάρχουν στοιχεία
που δείχνουν ότι η συμμόρφωση των ασθενών συνδέεται, με την πίστη που έχουν
στον γιατρό τους [42] ή γιατί νιώθουν καλύτερα σωματικά [48] ή γιατί απλά τους
κάνουν να νιώθουν καλύτερα γενικότερα τα φάρμακα τα οποία λαμβάνουν. Πάντως η
τελευταία άποψη έρχεται σε αντίθεση με τη μέχρι τώρα θεμελιωμένη ιατρική αντίληψη
ότι η αύξηση της πίεσης του αίματος είναι συχνά χωρίς συμπτώματα. Μια άλλη
μελέτη δείχνει ότι η συμμόρφωση έχει να κάνει με την πίστη στο γιατρό, τον φόβο για
τις επιπλοκές της υπέρτασης και μια θέληση του ασθενούς να ελέγξει τα επίπεδα της
πίεσης του. Η μη συμμόρφωση σχετίζεται με παρεξηγήσεις της κατάστασης, γενική
απόρριψη των φαρμάκων ή την επιθυμία να μειώσει τις ανεπιθύμητες ενέργειες [43].
Έτσι ο γιατρός ανάμεσα στα υπόλοιπα πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη του
χαρακτηριστικά της αγωγής που χορηγεί τα οποία έχουν να κάνουν με την
συμμόρφωση του ασθενούς. Το εύκολο δοσολογικό σχήμα, η τιμή, ο αριθμός
δισκίων ανά εμβαλλάγιο, επηρεάζουν τον ασθενή ως προς την λήψη των φαρμάκων.
Η εικόνα που έχει ο ασθενής για την ασθένεια του μπορεί να αντικατοπτρίζεται στον
αριθμό των εμβαλλαγίων των φαρμάκων που θα αγοράσει ή στην τιμή του
φαρμάκου. Όσο περισσότερα ‘’κουτιά’’ συνταγογραφήσει ο γιατρός τόσο πιο
άρρωστος είναι, ή όσο πιο πολύ κοστίζει η συνταγή τόσο πιο διστακτικός γίνεται για
να αγοράσει τα φάρμακά του. Ακόμη και η εύκολη μετάβαση από μια θεραπευτική
κατηγορία σε άλλη όταν χρειαστεί να αλλάξει η αγωγή, μπορεί να επηρεάσει θετικά ή
αρνητικά την αντίληψη που έχει ο ασθενής ως προς το όφελος που αποκομίζει από
την θεραπευτική αγωγή. Όσο μεγαλύτερη αναστάτωση του προκληθεί από την
αλλαγή αυτή και όσο περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες εμφανιστούν τόσο πιο
πολύ αυξάνονται οι πιθανότητες να μην συμμορφωθεί με την αγωγή.
100
Η επίδραση των φαρμακο-οικονομικών μελετών και το κόστος
Σε μια μελέτη που έλαβε χώρα στην Ελλάδα από τους Kangis και van der Geer
(1996) έγινε προσπάθεια αξιολόγησης της επίδρασης τέτοιων μελετών και του
101
κόστους της συνταγής στην επιλογή του κατάλληλου θεραπευτικού σχήματος από
τους γιατρούς, ταυτόχρονα βέβαια με παράγοντες όπως η αποτελεσματικότητα και η
ασφάλεια των φαρμάκων. Η έρευνα έδειξε ότι οι κυριότεροι παράγοντες που
λαμβάνει υπόψη του ο γιατρός είναι η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια και η
ευκολία λήψης της αγωγής, ενώ το κόστος της συνταγής έπαιξε τον λιγότερο
σημαντικό ρολό. Όμως τα αποτελέσματα των φαρμακοοικονομικών μελετών έπαιξαν
και αυτά το δικό τους ρόλο και μάλιστα όταν υπήρχε συμφωνία ανάμεσα σε κάποια
φαρμακοοικονομικά κριτήρια (όχι στο κόστος, αλλά στην γρήγορη επανένταξη του
ασθενούς στην εργασία και την κοινωνική ζωή) και την ασφάλεια του φαρμάκου τότε
υπήρχε σαφής περαιτέρω μετατόπιση της αποδοχής των γιατρών προς την πλευρά
του πιο αποτελεσματικού και ασφαλέστερου φαρμάκου[56]. Επιπροσθέτως πρέπει
να αναφερθεί ότι δεν συμφωνούν όλοι οι γιατροί με την ιδέα ότι το κόστος είναι μια
παράμετρος που θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν όταν συνταγογραφούν. Αυτή η
αποστροφή τροφοδοτείται και από την πεποίθηση ότι μια μείωση στο κόστος θα έχει
μια μάλλον αρνητική επίδραση στην ποιότητα της θεραπείας που παρέχουν στον
ασθενή [57]. Περίπου το 25% των γενικών γιατρών έχουν την άποψη ότι το κόστος
δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν συνταγογραγραφούν [58,59]. Για τους
γιατρούς με συγκεκριμένη ειδικότητα αναφέρεται ότι ένα ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό
που αγγίζει το 50% [60]. Αυτή η κατάσταση βέβαια είναι δυνατόν να αναστραφεί
σταδιακά καθώς τα δεδομένα διαρκώς μεταβάλλονται, το κόστος αυξάνει και η
ανάγκη για μείωση των δαπανών τόσο του κράτους και των ασφαλιστικών ταμείων,
όσο και των μεμονωμένων ασθενών καθίσταται ολοένα και πιο επιτακτική.
102
Βιβλιογραφία
6. Ogilvie RI, Burgess ED, Cusson JR, Feldman RD, Leiter LA, Myers MG.
Report of the Canadian hypertension society consensus conference: the
pharmacologic treatment of essential hypertension. CMAJ 1993, 149, 575-
584
10. Kaplan NM, Gifford RW. Choice of initial therapy for Hypertension. JAMA
1996, 1996, 275, 1577-1580
11. Siegel D., Lopez J., “Trends in antihypertensive drug use in the United States:
do the JNC V recommendations affect prescribing.” JAMA, 1997, 278, 1745-8
12. Siegel D., Lopez J., Meier J., “Pharmacological treatment of hypertension in
the department of Veterans Affairs during 1995 and 1996.” American Journal
of Hypertension 1998, 11, 1271-8
103
13. Siegel D., Lopez J., Meier J., Goldstein M. K., Lee S., Brazill B. J., Matalka M.
S., “Academic detailing to improve antihypertensive prescribing patterns.”
American Journal of Hypertension, 2003, 16, 508-11
14. Liaw S.T., Pearce Christopher M., McGrath B.P., Piggford L., Jones K.,
“Doctors’ perceptions and attitudes to prescribing within the authority
prescribing system.”, MJA, March 3, 2003, 178, 203-206
15. Oxman AD, Thomson MA, Davis DA, Haynes RB. No magic bullets: a
systematic review of 102 trials of interventions to improve professional
practice. CMAJ 1995, 153, 1423-1431
17. Lamas GA, Pfeffer MA, Hamm P, Wertheimer J, Rouleau JL, Braunwald E.
Do results of randomised clinical trials of cardiovascular drugs influence
medical practice? The SAVE investigators. N Engl J Med 1992, 327, 241-247
18. Freemantle N, Harvey EL, Wolf F, Grimshaw JM, Grilli R, Bero LA. Printed
educational materials to improve the behaviour of health care professionals
and patient outcomes (Cochrane Review). In :The Cochrane Library, issue 3,
Oxford: Update Software, 1998.
104
24. Soumerai S.B, McLaughlin T.J., Avorn J., “Improving drug prescribing in
primary care: a critical analysis of the experimental literature.” Milbank Q.,
1989, 67, 268-317
25. Barreuther A, “Academic detailing to influence prescribing.” J Manag Care
Pharm, 1997, 3, 631-8
26. Stalby Lundborg C., Hensjo L-O, Gustafsson LL, “Academic drug detailing.”
From project to practice in a Swedish urban area. European Journal of
Clinical Pharmacology, 1997, 52, 167-172
27. Cooper R.J., Schriger D. L. ”The availability of references and the
sponsorship of original research cited in pharmaceutical advertisements”.
Canadian Medical Association Journal, Feb. 15 2005, 172 (4), 487-491
32. Levy R., “The role and value of pharmaceutical marketing.” Arch Fam Med
1994, 3: 327-32
33. Kessler D.A., “Addressing the problem of misleading advertising.”, Ann Intern
Med 1992; 116: 950-1
34. World Health Organization, “Ethical criteria for medicinal drug promotion”.
Geneva, 1998
35. Horne R., Eckersley A.P.R., Gilleghan J.D., Reilly P.M., “How to produce a
practice formulary”, Lancet, 325, 1985, 1030-2
36. Orme M., “Profile of non-steroidal anti-inflammatory drugs”, Prescribers’
Journal, 1990, 30, 95-100
37. Herxheimer A., “How much drug in the tablet?”, Lancet, 337, 1991, 346-8
105
38. Benson J., Britten N.. ”Patients’ decisions about whether or not to take
antihypertensive drugs: qualitative study”. BMJ, 2002, 325, 873-877
39. Luscher TF, Vetter H, Siegenthaler W, Vetter W. “Compliance in
hypertension: facts and concepts. Journal Hypertension Supplement, 1985, 3,
S 3-9
40. Royal Pharmaceutical Society of Great Britain Working Party. “Partnership in
medicine taking: a consultative document. London: Royal Pharmaceutical
Society of Great Britain and Mercke Sharpe and Dohme, 1996
41. Conrad P. ”The meaning of medications: another look at compliance. Society
Science Medicine. 1985; 20; 29-37
42. Britten N. “Patients’ ideas about medicines: a qualitative study in a general
practice population”. Br J Gen Pract 1994, 44, 465-8
43. Svensson S, Kjellgren KI, Ahlner J, Saljo R. “Reasons for adherence with
antihypertensive medication”. International Journal of Cardiology, 2000, 76,
157-63
44. Donovan JL, Blake DR, Fleming WG. The patient is not a blank sheet: lay
beliefs and their relevance to patient education”. British Journal of
Rheumatology, 1989, 28: 58-61
45. Verbeek-Heida PM. How patients look at drug therapy: consequences for
therapy negotiations in medical consultations”. Fam Pract 1993, 10, 326-9
46. Morgan M, Watkins CJ. “Managing hypertension: belief and responses to
medication among cultural groups.” Sociol Health Illness, 1988, 10, 561-78
47. Donovan JL, Blake DR. “Patient non-compliance: deviance or reasoned
decision making?” Soc Sci Med 1992, 34, 507-13
48. Kjellgren KI Svensson S, , Ahlner J, Saljo R. “antihypertensive medication in
clinical encounters. International Journal of Cardiology, 1998, 64, 161-9
49. European Commission, “The rules governing medicinal products in the
European Union.” Vol. 1, Office for Official Publications of the Europeas
Communities, Brussels 1995
50. Feeny D., Guyatt G., and Tugwell P., “Health care technology : Effectiveness,
Efficiency and Public Policy.” The Institute of Research on Public Policy,
Montreal, 1986
51. Drummond M.F., Stoddart G.L., and Torrance G.W., “Methods for the
economic evaluation of health care programmes.” Oxford University Press,
Toronto, 1987
52. Elsenberg J. M., “Clinical economics, a guide to the economic analysis of
clinical practices”, JAMA, Vol. 262, No. 20, November 1989, 2879-86
106
53. Detsky A. S., Naglie I. G., “A clinician’s guide to cost effectiveness analysis”,
Annals of internal medicine, Vol. 113, No. 2, 1990, 147-54
54. Freud D. A., Dittus R. S., “Principles of pharmaco-economic analysis of drug
therapy”, Vol. 1, No.1, 1992, 20-29
55. Evens D., Freud D. A., Dittus R., Robertson J., Henry D., “The use of
economic analysis as a basis for inclusion of pharmaceutical products on the
pharmaceutical benefits scheme”, Centre for clinical epidemiology and
biostatistics, Faculty of Medicine, University of Newcastle, New South Wales,
1994
56. Kangis P., van Geer L., “Pharmaco-economic information and its effect on
prescriptions”, Journal of management in medicine, Vol. 10, No.5, 1996, 66-
74
57. Shulkin D., “The rising cost of pharmaceuticals: a physician’s perspective”,
American journal of hospital pharmacy, Vol. 39, 1993, 1391-7
58. Ryan M., “Scottish general practitioners’ attitudes and knowledge in respect
of prescribing cost”, British medical journal, Vol. 300, 1990, 1316-18
59. Savafi K. T., Hayward R. A., “Choosing between apples and apples:
physicians’ choices of prescription drugs that have similar effects and
efficaciens”, Journal of general internal medicine, Vol. 7, 1992, 32-7
60. Johnstone R. E., Jozefezyk K. G., “Cost of anesthetic drug: experiences with
cost education trial”, Anesthesia analgesia, Vol. 78, 1994, 766-71
61. Denig P., Haaijer –Ruskamp F., “Do physicians take cost into account when
making prescribing decisions?”, Pharmacoeconomics, Vol. 8, No. 4, 1996,
282-90
107
ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
108
109
ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
Στην παρούσα μελέτη γίνεται μια προσπάθεια να αποδοθεί μια συνολική εικόνα της
αγοράς των αντιυπερτασικών φαρμάκων καθώς και οι τάσεις μέσα στην αγορά αυτή,
για το λόγο αυτό παρατίθενται στοιχεία που αφορούν τις πωλήσεις των
αντιυπερασικών φαρμάκων. Επιπροσθέτως όμως αυτών έγινε και μια απόπειρα να
αποδοθεί η άποψη των γιατρών για τα αντιυπερτασικά φάρμακα και να εξεταστεί αν
και κατά πόσο η συνταγογράφηση τους επηρεάζεται από μια σειρά παραγόντων που
είτε άπτονται άμεσα των επιστημονικών δεδομένων είτε είναι παράγοντες που
αφορούν το μάρκετινγκ των φαρμάκων. Δηλαδή η μελέτη εστιάστηκε:
Στην άποψη των γιατρών πάνω στα αντιυπερτασικά φάρμακα και στο πως
κατανέμουν την συνταγογράφησή τους
Το αποτέλεσμα της μελέτης μπορεί να δείξει την τάση αύξησης ή μείωση που
εμφανίζουν οι διάφορες κατηγορίες αντιυπερτασικών φαρμάκων και πως αλλάζουν οι
συσχετισμοί μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών και την συνολική τάση της αγοράς
των αντιυπερασικών. Επιπλέον θα δειχθεί ποιες είναι οι απόψεις των γιατρών για τα
αντιυπερτασικά, και πως αυτό συσχετίζεται με τα στοιχεία πωλήσεων, καθώς και
πως οι γιατροί αξιολογούν μια σειρά από παραμέτρους που η μέχρι σήμερα
βιβλιογραφία αναφέρει ότι παίζουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της
συνταγογράφησης τους.
110
ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
Βέβαια ήταν πολύ δύσκολο να συμπεριληφθεί όλο το πλήθος των παραγόντων και
να σχολιαστούν αυτοί από τους γιατρούς. Σε μια πρώτη διερευνητική προσπάθεια
που έγινε μοιράστηκε σε 6 γιατρούς ένα μεγαλύτερο ερωτηματολόγιο που σε έκταση
έφτανε τις 7 σελίδες και είχε αυξημένο τον αριθμό ερωτήσεων κατά τρεις, ενώ οι
παράγοντες που ζητήθηκαν να σχολιαστούν στις ερωτήσεις 4 και 5 ήταν
περισσότεροι. Οι γιατροί δυσανασχέτησαν με τον όγκο, δύο (2) αρνήθηκαν να το
συμπληρώσουν λόγο όγκου, ενώ οι υπόλοιποι βρήκαν ότι ο τόσο μεγάλος όγκος
πληροφοριών που έπρεπε να σχολιάσουν ήταν αφενός “εξαιρετικά μεγάλος” και
αφετέρου τους μπέρδευε με αποτέλεσμα πολλές από τις ερωτήσεις να μην τις
σχολιάσουν ή να τις σχολιάσουν χωρίς να κατανοήσουν πλήρως το νόημα τους.
Αποτέλεσμα αυτής της διερεύνησης ήταν να καταλήξουμε στο υπάρχον
ερωτηματολόγιο, όπου συμπεριλήφθησαν οι πιο σημαντικές αλλά και όσο πιο
πολλές παράμετροι κατέστη δυνατόν.
111
ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ
1. Γενικές ερωτήσεις
Σταθεροί συνδυασμοί
ΑΜΕΑ + διουρητικό
Κεντρικώς δρώντα
αγγειοτενσίνης ιι +
Ανταγωνιστές της
Ανταγωνιστές της
ανταγ. Ασβεστίου
αγγειοτενσίνης ιι
β-Αναστολείς +
β-αναστολείς +
Ανταγωνιστές
β-Αναστολείς
Διουρητικά
διουρητικό
διουρητικό
ασβεστίου
ΑΜΕΑ
Διαβήτη
Στεφανιαία
νόσο
Συμφορητική
καρδιακή
ανεπάρκεια
Νεφρική
ανεπάρκεια
Ηπατική
ανεπάρκεια
Στηθάγχη
Ιστορικό
εμφράγματος
112
3. Από τις 100 συνταγές αντιυπερτασικών που χορηγείτε, είτε ως μονοθεραπεία είτε ως συνδυασμό,
πόσες επί τοις εκατό (%) αφορούν κάθε μια από τις κατηγορίες που αναφέρονται;
Διουρητικά
Κεντρικώς δρώντα
Β-αναστολείς
ΑΜΕΑ
Ανταγωνιστές της αγγειοτενσίνης ΙΙ
Ανταγωνιστές ασβεστίου
Σταθεροί συνδυασμοί β-αναστολέα + διουρητικού
Σταθεροί συνδυασμοί ΑΜΕΑ + διουρητικού
Σταθεροί συνδυασμοί β-αναστολέα +
ανταγωνιστή ασβεστίου
Σταθεροί συνδυασμοί ανταγωνιστών της
αγγειοτενσίνης ΙΙ+ διουρητικού
Δυνητικά οποιοδήποτε άλλο συνδυασμό
Σταθερό αντιυπερτασικό
αποτέλεσμα
Καρδιοεκλεκτικότητα
Δυνατότητα κάλυψης
περισσότερων από μία
ενδείξεων (π.χ.
113
ερώτηση 4 (συνέχεια)
Βιβλιογραφική τεκμηρίωση
Τιμή
114
5. Αξιολογήστε τα χαρακτηριστικά των φαρμακευτικών εταιρειών σε μια κλίμακα 1 έως 5 (1= καθόλου
σημαντικό και 5= πάρα πολύ σημαντικό) ανάλογα τον αντίκτυπο που έχουν ως προς την
συνταγογράφηση των σκευασμάτων τους
Πρωτοτυπία των
σκευασμάτων και η
ερευνητική τους εμπειρία
Το επίπεδο εκπαίδευσης-
ενημέρωσης των ιατρικών
επισκεπτών
Η οργάνωση εκπαιδευτικών
συναντήσεων
Το επίπεδο τεκμηρίωσης
των κλινικών μελετών των
φαρμάκων της
Καταχωρήσεις σε
εξειδικευμένα επιστημονικά
περιοδικά
Η συχνότητα της
επισκεψιμότητας των
ιατρικών επισκεπτών
115
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ
ΣΤΑΘΕΡΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ
ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ
ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ
116
παρενέργειες σύμφωνα με την εμπειρία τους. Στις απαντήσεις τους οι γιατροί
εμφανίστηκαν διχασμένοι, και παρότι ήταν ελεύθεροι να απαντήσουν αυτοί
περιορίστηκαν σε τρεις μόνο κατηγορίες αντιυπερτασικών. Ειδικά στα φάρμακα που
χαρακτήρισαν πιο ασφαλή, οι ΑΜΕΑ και οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της
Αγγειοτενσίνης ΙΙ συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο ποσοστό της προτίμησής τους. Το
στοιχείο το οποίο προκαλεί την μεγαλύτερη εντύπωση είναι το γεγονός ότι οι
ανταγωνιστές ασβεστίου εμφανίζουν αντίστοιχα ποσοστά και ως ασφαλέστερο
φάρμακο και ως φάρμακο με σημαντικό εύρος ανεπιθύμητων ενεργειών, ειδικά σε ότι
αφορά τους παθολόγους.
ΚΕΝΤΡΙΚΩΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
Β-ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ ΑΜΕΑ
ΔΡΩΝΤΑ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ
117
Στην δεύτερη ερώτηση έγινε προσπάθεια να καταγραφεί η άποψη των γιατρών
σχετικά με την θεραπεία που χορηγούν όταν υπάρχουν και άλλες νόσοι πέραν της
υπέρτασης οι οποίες χρήζουν θεραπείας και παίζουν επιβαρυντικό ρόλο στην
θεραπευτική αντιμετώπιση της υπέρτασης ενώ επαυξάνουν και εν γένει την
νοσηρότητα του ασθενούς. Ο κάθε γιατρός ήταν ελεύθερος να δώσει πέρα από μια
απάντηση όμως η τελική ποσόστωση που έλαβε η κάθε κατηγορία στους πίνακες
που ακολουθούν έχει αναχθεί στο % του συνόλου των στηλών που συμπληρώθηκαν
από τους γιατρούς για κάθε συνυπάρχουσα νόσο. Ο λόγος που έγινε αυτό είναι γιατί
η κάθε προτίμηση ήταν ανεξάρτητη της άλλης και εξέφραζε το πλήθος των επιλογών-
προτιμήσεων του γιατρού μέσα από της οποίες θα επέλεγε την τελική θεραπεία
χωρίς κάποια κατηγορία να θεωρείται πιο σημαντική ή καταλληλότερη. Στους τρεις
πίνακες που ακολουθούν αμέσως μετά παρατίθενται αναλυτικά οι απαντήσεις
καρδιολόγων, παθολόγων και του συνόλου των γιατρών που απάντησαν.
118
ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΙ
ΔΙΑΒΗΤΗΣ 10 40 40 10
ΣΥΜΦΟΡΗΤΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑΚΗ
18,18 9,09 27,27 9,1 18,18 18,18
ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ
ΗΠΑΤΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ 40 20 40
119
ΠΑΘΟΛΟΓΟΙ
120
CNS ACEA ACEA+DIU CCB+DIU ARB’s+DI
DIUR BB ARB’s ΙΙ CCB BB+DIUR
DRUGS R R UR
ΣΥΜΦΟΡΗΤΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑΚΗ
30,77 23,08 38,46 7,69
ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ
ΣΤΗΘΑΓΧΗ 50 30 10 10
ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΝΟΣΟΣ 10 35 5 15 5 15 10 5
ΣΥΜΦΟΡΗΤΙΚΗ ΚΑΡΔΙΑΚΗ
25 4,17 25 4,17 29,16 12,5
ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ
συνυπάρχουν και άλλες νόσοι (οι απαντήσεις είναι σε ποσοστά %)
121
Πως κατανέμουν την συνταγογράφηση τους οι γιατροί συνολικά όταν
Στην συνέχεια ζητήθηκε από τους γιατρούς να κατανείμουν τα ποσοστά στα οποία
μοιράζουν την συνταγογράφηση τους ανάμεσα στις διάφορες κατηγορίες
αντιυπερτασικών φαρμάκων. Οι καρδιολόγοι έδειξαν μεγαλύτερη προτίμηση στους
ΑΜΕΑ είτε ως μεμονωμένο αντιυπερτασικό παράγοντα είτε σε σταθερό συνδυασμό
με διουρητικό, ενώ ακολουθούν οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της Αγγειοτενσίνης
ΙΙ. Αναλυτικότερα το ποσοστό που καταλαμβάνει η κάθε αντιυπερτασική κατηγορία
στην συνταγογράφησή τους παρατίθεται στο διάγραμμα που ακολουθεί.
30 ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
% ΠΟΣΟΣΤΟ ΠΟΥ ΚΑΤΕΧΟΥΝ ΤΑ ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚ
ΚΕΝΤΡΙΚΩΣΔΡΩΝΤΑ
24,33
25
Β-ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ
20 ΑΜΕΑ
15,80
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ
15 13,93 ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΙΙ
11,13 11,33 ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ
9,33
10
7,8 Β-ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ+ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΟ
ΑΜΕΑ+ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΟ
5 3,4
1,93
1 Β-ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ+ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ
0
ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ
ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΙΙ+ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΟ
122
ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΑ
20
% ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΤΙΥΠ ΕΡΤΑΣΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩ 17,88 ΚΕΝΤΡΙΚΩΣΔΡΩΝΤΑ
18 17,13
16,5
15,25 Β-ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ
16
14 ΑΜΕΑ
12
12 ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ
ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΙΙ
10 ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ
8 6,88 Β-ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ+ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΟ
6 ΑΜΕΑ+ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΟ
4,63 4,38
4
2,63 Β-ΑΝΑΣΤΟΛΕΙΣ+ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ
2,13
ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ
2
0,63 ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ
0 ΑΓΓΕΙΟΤΕΝΣΙΝΗΣ ΙΙ+ΔΙΟΥΡΗΤΙΚΟ
ΔΥΝΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΔΥΑΣΜΟΣ
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΝΤΙΥΠΕΡΤΑΣΙΚΩΝ ΦΑΡΜΑΚΩΝ
123
Πίνακας 33: Αξιολογήσεις των παραγόντων που επηρεάζουν την συνταγογράφηση των
παθολόγων. Οι απαντήσεις είναι σε ποσοστά %
Αποτελεσματική προστασία
από τις συνέπειες της 100,00
υπέρτασης
Σταθερό αντιυπερτασικό
100,00
αποτέλεσμα
Προστασία από
37,50 25,00 37,50
αθηρωματική πλάκα
Δυνατότητα κάλυψης
περισσότερων από μία 25,00 50,00 25,00
ενδείξεων
124
Πίνακας 34: Αξιολογήσεις των παραγόντων που επηρεάζουν την συνταγογράφηση των
καρδιολόγων. Οι απαντήσεις είναι σε ποσοστά %
Αποτελεσματική προστασία
από τις συνέπειες της 12,50 87,50
υπέρτασης
Σταθερό αντιυπερτασικό
87,50 12,50
αποτέλεσμα
Δυνατότητα κάλυψης
περισσότερων από μία 20,00 80,00
ενδείξεων
125
Πίνακας 35: Αξιολογήσεις των παραγόντων που επηρεάζουν την συνταγογράφηση του
συνόλου των γιατρών. Οι απαντήσεις είναι σε ποσοστά %
Αυτό το οποίο γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω δεδομένα είναι ότι η τιμή παίζει
μεν ρόλο στην επιλογή του σκευάσματος παρόλα αυτά ο γιατρός δεν θα επιλέξει να
συνταγογραφήσει ένα σκεύασμα βάση της τιμής του, έναντι κάποιου άλλου που
θεωρεί ότι για οποιοδήποτε λόγο πλεονεκτεί. Η πλειοψηφία των γιατρών
χαρακτηρίζει την παράμετρο που αφορά τον αριθμό δισκίων που περιέχονται σε
κάθε εμβαλλάγιο ανιυπερτασικού φαρμάκου, παράγοντα αυτό σημαντικό ή πολύ
σημαντικό, αν και υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό που μάλλον δεν θεωρεί τον
παράγοντα αυτό σημαντικό. Όσον αφορά την ιδιότητα ενός σκευάσματος να μπορεί
εύκολα να διακοπεί όταν χρειαστεί να γίνει αλλαγή στην αντιυπερτασική αγωγή, η
πλειοψηφία χαρακτηρίζει τον ρόλο της σημαντικό και πολύ σημαντικό, όμως οι
126
επιλογές καθόλου σημαντικό και πάρα πολύ σημαντικό έχουν το ίδιο ποσοστό
απαντήσεων. Η γρήγορη δράση του φαρμάκου είναι σημαντική παράμετρος, όμως
ένα ποσοστό γιατρών θα μπορούσε να επιλέξει μια αντιυπερτασική που αγωγή που
μεσοπρόθεσμα θα έδινε το επιθυμητό επίπεδο αρτηριακής πίεσης, αν πληρούσε τα
κριτήρια του γιατρού σε σχέση με μια αγωγή που άμεσα θα ρύθμιζε τα επίπεδα της
αρτηριακής πίεσης, αλλά υστερούσε σε κάποια άλλα σημεία. Τα υπόλοιπα κριτήρια
χαρακτηρίστηκαν από σημαντικά ως πάρα πολύ σημαντικά από το σύνολο των
γιατρών, όπου και γίνεται αντιληπτό ότι όλοι οι γιατροί τα λαμβάνουν υπόψη τους
κατά την χορήγηση μιας αντιυπερτασικής αγωγής.
Τέλος οι γιατροί αξιολόγησαν μια σειρά από παραμέτρους που παίζουν ρόλο στην
συνταγογραφία τους και δεν έχουν σχέση με την φαρμακολογική ή οικονομική ή
κοινωνική διάσταση των αντιυπερτασικών φαρμάκων, αλλά με τον τρόπο με τον
οποίο χειρίζονται οι φαρμακευτικές εταιρείες το μάρκετινγκ των προϊόντων τους, αλλά
και του ίδιου του ονόματος τους. Οι απαντήσεις των γιατρών παρουσιάζονται στους
πίνακες που ακολουθούν.
127
Πίνακας 36: Αξιολογήσεις των παραγόντων μάρκετινγκ που επηρεάζουν την
συνταγογράφηση των παθολόγων. Οι απαντήσεις είναι σε ποσοστά %
Η οργάνωση εκπαιδευτικών
συναντήσεων 12,50 25,00 37,50 25,00
128
Πίνακας 37: Αξιολογήσεις των παραγόντων μάρκετινγκ που επηρεάζουν την
συνταγογράφηση των καρδιολόγων. Οι απαντήσεις είναι σε ποσοστά %
Πρωτοτυπία των
σκευασμάτων και η ερευνητική 40,00 20,00 40,00
τους εμπειρία
Το επίπεδο εκπαίδευσης
/ενημέρωσης των ιατρικών 20,00 40,00 40,00
επισκεπτών
Η οργάνωση εκπαιδευτικών
20,00 20,00 20,00 40,00
συναντήσεων
Καταχωρήσεις σε
εξειδικευμένα επιστημονικά 20,00 20,00 60,00
περιοδικά
Η συχνότητα της
επισκεψιμότητας των ιατρικών 60,00 40,00
επισκεπτών
129
Πίνακας 38: Αξιολογήσεις των παραγόντων μάρκετινγκ που επηρεάζουν την
συνταγογράφηση του συνόλου των γιατρών. Οι απαντήσεις είναι σε ποσοστά %
Πρωτοτυπία των
σκευασμάτων και η ερευνητική 7,69 30,77 23,08 38,46
τους εμπειρία
Το επίπεδο εκπαίδευσης
/ενημέρωσης των ιατρικών 15,38 38,46 23,08 23,08
επισκεπτών
Η οργάνωση εκπαιδευτικών
15,38 23,08 30,77 30,77
συναντήσεων
Καταχωρήσεις σε
εξειδικευμένα επιστημονικά 15,38 15,38 30,77 38,46
περιοδικά
Η συχνότητα της
επισκεψιμότητας των ιατρικών 53,85 7,69 23,08 15,38
επισκεπτών
130
Όπως φαίνεται από τα αποτελέσματα οι περισσότεροι από τους παραπάνω
παράγοντες χαρακτηρίζονται από την συντριπτική πλειοψηφία των γιατρών από
σημαντικοί ως πάρα πολύ σημαντικοί. Όμως η αναλογία αυτή ανατρέπεται όσον
αφορά το επίπεδο εκπαίδευσης των ιατρικών επισκεπτών, και τον βαθμό
συμμετοχής των εταιρειών στα συνέδρια, δηλαδή στο πόσο αισθητή κάνουν την
παρουσία τους σε τέτοιες ενημερωτικές συναντήσεις που οργανώνονται για γιατρούς
και άλλους επαγγελματίες του χώρου της υγείας. Λιγότερο σημαντικό ρόλο φαίνεται
να παίζει και η συχνότητα επισκεψιμότητας των ιατρικών επισκεπτών. Ειδικότερα την
τελευταία παράμετρο μόλις το 38,46% των γιατρών την χαρακτηρίζει ως πολύ
σημαντική ή πάρα πολύ σημαντική ενώ το 53,85% την θεωρεί μάλλον ως ένα
παράγοντα μικρής σημασίας, που μάλλον δεν θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην
επιλογή του σκευάσματος που θα συνταγογραφήσουν. Βέβαια εξαιρετικά μεγάλη
σημασία φαίνεται πως δείχνουν οι γιατροί στο κατά πόσο τεκμηριωμένες είναι οι
κλινικές μελέτες που διεξάγουν οι φαρμακευτικές εταιρείες, ώστε να πιστοποιήσουν
την αποτελεσματικότητα, ασφάλεια και αξιοπιστία των ιδιοσκευασμάτων τους.
Πίνακας 39: Ο μέσος όρος της βαθμολογίας (και η σταθερή απόκλιση) που συγκέντρωσε η
κάθε μία από τις παραμέτρους της ερώτησης 4
131
Πίνακας 39 (συνέχεια)
Πίνακας 40: Ο μέσος όρος της βαθμολογίας (και η σταθερή απόκλιση) που συγκέντρωσε η
κάθε μία από τις παραμέτρους της ερώτησης 5
132
Στη συνέχεια παρατίθενται τα δεδομένα των απαντήσεων των γιατρών ανάλογα με
την ειδικότητά τους, όπως αναλύθηκαν με Independent T-test.
Πίνακας 41: Ανάλυση των απαντήσεων των γιατρών ανάλογα με την ειδικότητά τους, όπως
προέκυψε με independent T-test
Ειδικότητα
Καρδιολόγοι Παθολόγοι
133
Πίνακας 41 (συνέχεια)
Πίνακας 42: Υπολογισμός sig και sig 2-tailed για κάθε μία από τις παραμέτρους των
ερωτήσεων 4 και 5
0,000 0,000
Σταθερό αντιυπερτασικό αποτέλεσμα
0,000
0,561 0,001
Καρδιοεκλεκτικότητα
0,000
134
Πίνακας 42 (συνέχεια)
0,439 0,476
Προστασία από αθηρωματική πλάκα
0,463
0,000 0,475
Εύκολο δοσολογικό σχήμα
0,475
0,000 0,034
Βιβλιογραφική τεκμηρίωση
0,016
0,000 0,001
Κάλυψη ακόμη και της πρώτες πρωινές ώρες
0,005
0,001 0,244
Γρήγορη δράση του φαρμάκου
0,160
0,003 0,082
Τιμή
0,116
0,184 0,375
Αριθμός δισκίων ανά εμβαλλάγιο
0,406
0,897 0,474
Ο βαθμός συμμετοχής της σε συνέδρια
0,485
0,704 0,656
Η οργάνωση εκπαιδευτικών συναντήσεων
0,662
135
Πίνακας 42 (συνέχεια)
0,054 0,093
Καταχωρήσεις σε εξειδικευμένα επιστημονικά περιοδικά
0,068
136
Πίνακας 43 (συνέχεια)
γ. δευτερεύουσες ιδιότητες του
αντιυπερτασικού
Βιβλιογραφική τεκμηρίωση 0,9
Προστασία από αθηρωματική πλάκα 0,843 1,699 14,158
Γρήγορη δράση του φαρμάκου 0,52
137
επιμέρους factor loadings σύμφωνα με τους συντελεστές που χρησιμοποιεί το SPSS
13, οπότε προέκυψαν BART factor scores.
1. την αποτελεσματική θεραπεία από την υπέρταση και συνοδές νόσους με τις
δευτερεύουσες ιδιότητες του αντιυπερτασικού
2. τις δευτερεύουσες ιδιότητες του αντιυπερτασικού με την επιστημονική
ενημέρωση
3. τις δευτερεύουσες ιδιότητες του αντιυπερτασικού με τις δημόσιες σχέσεις και
δημοσιότητα
4. την επιστημονική ενημέρωση με τις δημόσιες σχέσεις και την δημοσιότητα
Πίνακας 45: Αποτελέσματα του independent samples T-test για παθολόγους και
καρδιολόγους αναφορικά με τις νέες παραμέτρους που προέκυψαν με απλή άθροιση
Ειδικότητα
Καρδιολόγοι Παθολόγοι
138
Πίνακας 45 (συνέχεια)
Πίνακας 46: Υπολογισμός sig και sig 2-tailed για κάθε μία από τις παραμέτρους που
προέκυψαν με απλή άθροιση
0,004
Β. συμμόρφωση ασθενούς 0,005
0,11
0,418
Γ. δευτερεύουσες ιδιότητες του αντιυπερτασικού 0,002
0,326
0,733
α. επιστημονική ενημέρωση 0,088
0,704
0,434
β. επιστημονικό προφίλ της εταιρείας 0,002
0,383
0,281
γ. δημόσιες σχέσεις και δημοσιότητα 0,069
0,306
Η μόνη παράμετρος που φαίνεται να έχει στατιστικώς σημαντική διαφορά στον τρόπο
αξιολόγησης ανάμεσα στους καρδιολόγους και στους παθολόγους αφορά στην
συμμόρφωση των ασθενών.
139
Πίνακας 47: Αποτελέσματα του independent samples T-test για παθολόγους και
καρδιολόγους αναφορικά με τις νέες παραμέτρους που προέκυψαν με αυτόματη άθροιση
(bart factor score)
Ειδικότητα
Καρδιολόγοι Παθολόγοι
Πίνακας 48: Υπολογισμός sig και sig 2-tailed για κάθε μία από τις παραμέτρους που
προέκυψαν με αυτόματη άθροιση (bart factor score)
0,006
Β. συμμόρφωση ασθενούς 0,000
0,022
140
Πίνακας 48 (συνέχεια)
Γ. δευτερεύουσες ιδιότητες του αντιυπερτασικού
0,138
0,004
0,098
0,884
α. επιστημονική ενημέρωση 0,056
0,876
0,735
β. επιστημονικό προφίλ της εταιρείας 0,000
0,701
0,162
γ. δημόσιες σχέσεις και δημοσιότητα 0,917
0,149
141
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ- ΣΥΖΗΤΗΣΗ –ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ –ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ
142
Το ενδιαφέρον που παρατήθηκε ακολούθως ήταν τα υψηλά ποσά προτίμησης που
συγκέντρωσαν οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της Αγγειοτενσίνης ΙΙ και οι ΑΜΕΑ
ως ασφαλέστερη κατηγορία αντιυπερτασικών ουσιών και από τις δύο ομάδες των
γιατρών. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι οι ARBs αν και δεν σημειώνουν τις πωλήσεις
σε αριθμό εμβαλλαγίων που σημειώνουν οι ανταγωνιστές ασβεστίου παρόλα αυτά
στο μυαλό των γιατρών είναι καταξιωμένα ως τα φάρμακα με το ασφαλέστερο
προφίλ. Αυτό μπορεί να αποτελεί ένδειξη ότι στο μέλλον η κατάσταση των
πωλήσεων μπορεί να αντιστραφεί.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και συνηγορεί με τα αποτελέσματα της παραπάνω
ερώτησης ο υψηλός βαθμός προτίμησης που συγκεντρώνουν οι ΑΜΕΑ είτε ως
μονοθεραπεία είτε σε σταθερό συνδυασμό τόσο σε παθολόγους όσο και σε
καρδιολόγους. Εκείνο βέβαια που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι ΑΜΕΑ σε σταθερό
συνδυασμό με διουρητικό είναι το φάρμακο που συγκεντρώνει την υψηλότερη
προτίμηση από τους καρδιολόγους. Μάλιστα ενώ οι καρδιολόγοι δείχνουν να το
προτιμούν με ποσοστό 24,33% αντίστοιχα οι παθολόγοι το προτιμούν με ποσοστό
17,13%. Αυτό δείχνει ότι αν οι καρδιολόγοι χρειαστεί να χορηγήσουν έναν σταθερό
συνδυασμό θα προτιμήσουν τον συγκεκριμένο. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι
σήμερα υπάρχουν πολλές μελέτες οι οποίες καταξιώνουν τους ΑΜΕΑ ως φάρμακα
εκλογής για την καρδιακή ανεπάρκεια, υποστροφή υπερτροφίας αριστερής κοιλίας
κ.α., ενώ έχουν ικανοποιητικό προφίλ ασφαλείας.
Όσον αφορά τις ερωτήσεις 4 και 5, ο μέρος όρος των αξιολογήσεων των γιατρών για
το σύνολο των παραγόντων ήταν πάνω από τον από το μέσο της αριθμητικής
κλίμακας που χρησιμοποιήθηκε, εκτός από έναν, την τιμή, που βρισκόταν οριακά
κάτω. Αυτό συνηγορεί με τα αποτελέσματα της έρευνας των Kangis και van der Geer
που έγινε στην Ελλάδα το 1996 και έδειξε ότι η τιμή δεν αποτελούσε κριτήριο για την
επιλογή ενός θεραπευτικού σχήματος έναντι κάποιου άλλου. Στο Independent
Sample t-Test που χρησιμοποιήθηκε για να διαπιστώσουμε διαφορές ανάμεσα στην
αξιολόγηση παθολόγων-καρδιολόγων για κάθε ένα παράγοντα φάνηκε ότι
στατιστικώς σημαντική διαφορά παρατηρήθηκε 1.) στην καρδιοεκλεκτικότητα, 2.)
στην κάλυψη τις πρώτες πρωινές ώρες, οριακά 3.) στην εύκολη διακοπή και αλλαγή
σε άλλη κατηγορία φαρμάκου ενώ φαίνεται να υπάρχει διαφορά, αν και στατιστικά μη
σημαντική, και στην αξιολόγηση του παράγοντα που αφορά το επίπεδο της
εκπαίδευσης των ιατρικών επισκεπτών. Είναι λογικό να έχει μεγάλη σημασία για τους
καρδιολόγους η καρδιοεκλεκτικότητα του σκευάσματος. Ταυτόχρονα φαίνεται να μην
τους επηρεάζει τόσο το επίπεδο εκπαίδευσης των ιατρικών επισκεπτών όσο τους
παθολόγους. Αυτό μπορεί να αιτιολογηθεί λόγω του ότι οι παθολόγοι δεν καλούνται
να θεραπεύσουν μόνο την υπέρταση ή καρδιαγγειακά προβλήματα, αλλά και ένα
143
ευρύ πεδίο άλλων ασθενειών. Κατ’ επέκταση η προσωπική τους ενημέρωσή τους
όσον αφορά την υπέρταση να γίνεται και μέσο της ιατρικής ενημέρωσης σε βαθμό
μεγαλύτερο από τους καρδιολόγους.
Όταν περιορίσαμε τις παραμέτρους σε τρεις για την κάθε ερώτηση παρατηρήθηκε ότι
στον παράγοντα ‘’αποτελεσματική θεραπεία από την υπέρταση και συνοδές
νόσους’’, η ‘’δυνατότητα κάλυψης περισσοτέρων από μια ενδείξεων’’ και η
‘’καρδιοεκλεκτικότητα’’ έδειξαν αρνητική συσχέτιση. Αυτό δείχνει ότι οι γιατροί δεν θα
προτιμήσουν ένα φάρμακο που εκτός από αντιυπερτασικό αποτέλεσμα θα έχει
οπωσδήποτε και άλλες ενδείξεις, αλλά τους ενδιαφέρει κυρίως το αντιυπερτασικό
αποτέλεσμα ενώ είναι πρόθυμοι να χρησιμοποιούν και άλλα φάρμακα προκειμένου
να καλύψουν τον ασθενή τους.
Όσον αφορά τον συσχετισμό των παραγόντων με Pearson Correlation, οι
παράγοντες που φαίνεται να συσχετίζονται μεταξύ τους όπως και αν αθροίσαμε τα
επιμέρους factor loadings, είναι οι δευτερεύουσες ιδιότητες με την επιστημονική
ενημέρωση. Αυτό είναι λογικό καθώς ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να
μπορέσει ένας γιατρός να μάθει αλλά και να συγκρατήσει επιμέρους πληροφορίες για
ένα φάρμακο έκτός από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του είναι η προσωπική
επιστημονική ενημέρωση που του γίνεται μέσω των ιατρικών επισκεπτών. Μάλιστα
όσο πιο συχνά επαναλαμβάνεται και όσο πιο τεκμηριωμένη είναι η πληροφορία αυτή
τόσο περισσότερες πιθανότητες είναι να γίνει αποδεκτή από το γιατρό. Λογικό είναι
να προκύπτουν συσχετισμοί ανάμεσα στους παράγοντες ‘’επιστημονική ενημέρωση’’
και ‘’δημόσιες σχέσεις, δημοσιότητα’’ καθώς αλληλεπιδρούν και
αλληλοσυμπληρώνονται ως παράγοντες του μάρκετινγκ που σκοπό έχουν την
πώληση των φαρμάκων, όπως και ανάμεσα στην ‘’αποτελεσματική θεραπεία από
την υπέρταση και συνοδές νόσους’’ και τις ‘’δευτερεύουσες ιδιότητες του
αντιυπερτασικού’’.
Όταν προχωρήσαμε σε Independent Samples t-Test, αναφορικά με τις ειδικότητες
παρατηρήσαμε ότι στατιστικώς εμφανής διαφορά παρατηρήθηκε στους παράγοντες
‘’αποτελεσματική θεραπεία από την υπέρταση και συνοδές καταστάσεις’’, και
‘’συμμόρφωση του ασθενούς’’. Και στις δύο περιπτώσεις φάνηκε ότι οι παθολόγοι
είναι περισσότερο προβληματισμένοι και ενδιαφέρονται περισσότερο για τους
παράγοντες αυτούς από τους καρδιολόγους, μάλλον διότι οι τελευταίοι τείνουν να
θεωρούνται πιο ειδικοί πάνω στα θέματα υπέρτασης τα τελευταία χρόνια στην
Ελλάδα. Οι παθολόγοι θέλουν πιο άμεσο αποτέλεσμα και καλύτερη συμμόρφωση
του ασθενούς διότι πολλές φορές ένας ασθενής τους εκτός από υπέρταση εμφανίσει
και άλλες ασθένειες τις οποίες πρέπει επίσης να αντιμετωπίσουν εξίσου
144
αποτελεσματικά. Στους υπόλοιπους παράγοντες δεν φαίνεται να παρατηρούνται
άλλες διαφορές ανάμεσα στις ομάδες των γιατρών.
Η έρευνα αυτή, έγινε σε μικρό αριθμό γιατρών και είχε καθαρά ποιοτικό χαρακτήρα.
Αποτελεί μια πρώτη ένδειξη του πως είναι τοποθετημένα τα αντιυπερτασικά φάρμακα
στο μυαλό των γιατρών, και στο πως επηρεάζονται οι γιατροί από έναν αριθμό
παραγόντων ώστε τελικά να καταλήξουν να συνταγογραφήσουν ένα σκεύασμα έναντι
ενός άλλου. Υπάρχει ένα ευρύ πεδίο έρευνας στον τομέα αυτό ώστε να μπορέσουμε
να καταλήξουμε σε ποσοτικά συμπεράσματα, αλλά υπάρχει ακόμη και ένας πολύ
μεγάλος αριθμός παραγόντων που μένει να αξιολογηθεί ποιοτικά και ποσοτικά.
145
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η υπέρταση είναι μία από τις πιο διαδεδομένες νόσους του σύγχρονου κόσμου.
Υπολογίζεται ότι το 25% του ενήλικου πληθυσμού πάσχει από υπέρταση, ενώ μόλις
το 11% των νοσούντων λαμβάνει κανονικά αντιυπερτασική αγωγή και έχει ρυθμίσει
την αρτηριακή του πίεση στα επιθυμητά επίπεδα. Η εμφάνιση υπέρτασης είναι
πολυπαραγοντικό φαινόμενο, και πολλές φορές η υπέρταση είναι σύμπτωμα άλλων
υπαρχόντων νοσημάτων. Ωστόσο η αντιμετώπιση της πρέπει να είναι άμεση και
αποτελεσματική, καθώς η αυξημένη πίεση του αίματος ενέχει άμεσα τον κίνδυνο
εμφάνισης καρδιαγγειακού επεισοδίου με δυσάρεστες πολλές φορές συνέπειες.
146
αποτελεί ακόμη στην Ελλάδα σημαντικό κριτήριο που θα επηρεάσει την
συνταγογράφηση των φαρμάκων, εν αντιθέσει με την τεκμηρίωση των κλινικών
μελετών που σε συνδυασμό με την ιατρική ενημέρωση φαίνεται να παίζουν
σημαντικό ρόλο. Αναφορικά με την διαφοροποίηση ανάμεσα σε καρδιολόγους και
παθολόγους φάνηκε ότι τελευταίοι είναι πιο ευαισθητοποιημένοι πάνω στους
παράγοντες που αφορούν την συμμόρφωση του ασθενούς και την
αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Ωστόσο η έρευνα αυτή είχε μάλλον ποιοτικό
χαρακτήρα και υπάρχει ακόμα ευρύ πεδίο μελέτης πάνω στους παράγοντες που
επηρεάζουν την συνταγογράφηση ώστε να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε
ποσοτικά συμπεράσματα, ενώ υπάρχει ακόμη και ένας πολύ μεγάλος αριθμός
παραγόντων που μένει να αξιολογηθεί ποιοτικά και ποσοτικά.
147
SUMMARY
148
elements that urge doctors to choose a certain drug over all others, and many
parameters still to be found to quantitatively explain the prescriptional habits of
doctors.
149